Να σπάσει τη διακομματική συναίνεση που είχε επιτευχθεί για τη ψήφο των αποδήμων κατάφερε η κυβέρνηση, με αποτέλεσμα το νομοσχέδιο να περάσει μόνο με της ψήφους της πλειοψηφίας,, περιορίζοντας το πεδίο ισχύος της στις ευρωεκλογές.
Με επιστολική ψήφο θα μπορούν να μετέχουν στις επόμενες ευρωεκλογές οι ψηφοφόροι εντός της επικράτειας αλλά και οι Έλληνες του εξωτερικού εφόσον το επιθυμούν καθώς το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία.
Υπέρ του νομοσχεδίου ψήφισαν 158 βουλευτές της Ν.Δ., καταψήφισαν 135 βουλευτές από ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση, Σπαρτιάτες, Νίκη και Νέα Αριστερά. Οι 6 βουλευτές της Πλεύσης Ελευθερίας δήλωσαν «παρών».
Η τροπολογία για καθιέρωση της επιστολικής ψήφου στις εθνικές εκλογές, δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία και απορρίφθηκε.
Η υπουργός Εσωτερικών αιφνιδίασε τη Δευτέρα την Ολομέλεια όταν κατέθεσε τροπολογία για την άμεση ισχύ της επιστολικής ψήφου και της για την ψήφο των αποδήμων τόσο στις ευρωεκλογές, όσο και στις εθνικές εκλογές. Η ex post πρωτοβουλία δυναμίτισε την διακμματική συμφωνία για την ψήφιση του νομοσχεδίου, το οποίο θα εφαρμοζόταν μόνο στις ευρωεκλογές.
Έτσι, το νομοσχέδιο πέρασε μεν, μόνο τις 158 ψήφους της συμπολίτευσης δε και με ισχύ περιορισμένη στις Ευρωεκλογές.
«Η πραγματικότητα είναι μία. Σήμερα, μέσω της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας της Νέας Δημοκρατίας, γίνεται νόμος, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, η επιστολική ψήφος. Η άρση, για πρώτη φορά, όλων των πρακτικών εμποδίων, για τους συμπολίτες μας, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για την άσκηση του δικαιώματος ψήφου. Διευρύνεται η δημοκρατία μας, βαθαίνει η δημοκρατία μας», είχε δηλώσει η υπουργός Εσωτερικών Νίκη Κεραμέως, κλείνοντας τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου στις ευρωεκλογές και τα εθνικά δημοψηφίσματα.
Ερμηνείες και ισορροπίες
Οι ερμηνείες για τον αιφνιδιασμό της κυβέρνησης στην αντιπολίτευση είναι αρκετές: Αφενός ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ανάγκη να επιδείξει την ενότητα της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της παράταξης και να απωθήσει την αντιπολίτευση. Αφετέρου, θα μπορούσε να αποτελεί μήνυμα ότι οι υπάρχουν σενάρια και σκέψεις για το ενδεχόμενο πρόκλησης πρόωρων εκλογών. Με δεδομένο ότι ταυτόχρονα η κυβέρνηση προωθεί τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης και το νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, που έχει προκαλέσει σθεναρές αντιδράσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μοιάζει να επιχειρεί να δημιουργήσει κλίμα εσωτερικής αμφισβήτησης για να περιορίσει τη χαλαρότητα και αποσυσπείρωση. Να σημειωθεί όσον αφορά στο νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων, έχει διαφοροποιηθεί περίπου το 30% της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, φαίνεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σε αυτό παίζει ρόλο η στάση της Εκκλησίας, η οποία πιέζει ενεργά για να καταγραφεί η αντίθεσή της. Η πίεση είναι τέτοια, που υπό το φόβο της ανόδου της Νίκης και ενδεχομένως των Σπαρτιατών στις επερχόμενες Ευρωεκλογές, πολλοί βουλευτές της ΝΔ επιλέγουν να ενταχθούν στη σέχτα της Εκκλησίας, για τα ηνία της οποίας ερίζουν Σαμαράς και… Βορίδης.
Μικροπολιτική
Το Μαξίμου πάντως, χρησιμοποιεί τον αιφνιδιασμό ως επιθετικό όπλο κατά της αντιπολίτευσης, εγκαλώντας της για την άρνησή της να δώσει το δικαίωμα στους ομογενείς να ψηφίσουν εξ αποστάσεως. Αν και πρόκειται για στρέβλωση, επικοινωνιακά η κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει τον στόχο της, ενισχύοντας ή παγιώνοντας τη δύναμή της στο εξωττερικό ενόψει των Ευρωεκλογών και της ανόδου της ακροδεξιάς.
Πάντως, στο εσωτερικό ακροατήριο, η κίνηση προκαλεί προβληματισμό για τα σενάρια που μπορεί να επεξεργάζεται το Μαξίμου. Κάποιες αναλύσεις θέτουν επί τάπητος και σενάριο πρόωρων εκλογών, είτε ως απειλή προς τους διαφωνούντες και εργαλείο συσπείρωσης ενόψει Ευρωεκλογών, είτε ως πραγματικό ενδεχόμενο. Το τελευταίο σενάριο θα έθετε στο προσκήνιο θέματα της εθνικής ατζέντας και ιδιαίτερα την επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, εκβιάζοντας την απριόρι συμφωνία της ακροδεξιάς πτέρυγας του κόμματος. Παράλληλα, με την αντιπολίτευση κατακερματισμένη, θα επιτύγχανε -πιθανώς- την ενδυνάμωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας και την περαιτέρω αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγώντας πιθανώς -βάσει των δηνοσκοπήσεων- σε ανακατατάξεις στην αντιπολίτευση,.