Τον κώδωνα του κινδύνου για το παγκόσμιο γεωοικονομικό περιβάλλον κρούει η Scope Ratings, καθώς προβλέπει αύξηση εταιρικών πτωχεύσεων, αβεβαιότητα και επίμονο πληθωρισμό και σημειώνει ότι οι αγορές έχουν υποτιμήσει τους κινδύνους. Για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες υπογραμμίζει την αδυναμία να υπερβούν προβλήματα αναθέρμανσης εσωτερικής ζήτησης.
Η Scope Ratings, στην ενδιάμεση έκθεση της για το 2025, σκιαγραφεί ένα παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον με αυξημένες στρεβλώσεις, ασύμμετρες απειλές και έντονες αποκλίσεις ανάμεσα σε ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Η πολιτική επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ επαναφέρει επιθετικές εμπορικές πρακτικές, επιβάλλοντας μαζικά δασμολογικά μέτρα που επηρεάζουν κρίσιμους τομείς της παραγωγής και αναδιαμορφώνουν τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Ταυτόχρονα, οι χρηματοπιστωτικές αγορές παλινδρομούν ανάμεσα σε διορθώσεις και αποτιμήσεις νέου κινδύνου.
Παρά τη συνεχιζόμενη γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, οι αγορές ομολόγων και μετοχών έχουν δείξει ανθεκτικότητα, κάτι που αποδόθηκε από τη Scope σε «μυωπικότητα και βραχυπρόθεσμη σκέψη» των επενδυτών. Όπως ειπώθηκε, οι πιστωτικές αγορές βρίσκονται σε «risk-on» κατάσταση τις τελευταίες εβδομάδες, υποβαθμίζοντας τον πραγματικό συστημικό κίνδυνο, ειδικά αν οι πολιτικές εκτραπούν από το θεσμικό πλαίσιο.
Απαντώντας σε ερώτηση του Crisis Monitor, για την έως τώρα υπο-αντίδραση των αγορών υποστήριξε ότι η μυωπική αντίδραση οδηγεί σε υποεκτίμηση κινδύνων, αφήνοντας να εννοειθεί ότι πρόκειται για συλλογική αυταπάτη και απουσία θεσμικής πειθαρχίας. Επισήμανε με έμφαση ότι, ενώ βραχυπρόθεσμα το περιβάλλον μοιάζει σταθερό, οι πραγματικοί κίνδυνοι “χτίζονται κάτω από την επιφάνεια” και θα εμφανιστούν πιο επιθετικά στο μέλλον, εάν δεν υπάρξει επαναξιολόγηση των πολιτικών και των αντιδράσεων της αγοράς
Ειδικότερα, ο Dennis Shen επικεντρώθηκε σε τέσσερα σημεία:
-
Μυωπική στάση των αγορών (short-termism):
Ο αναλυτής επεσήμανε ότι οι αγορές έχουν συχνά βραχυπρόθεσμες προσδοκίες και εστιάζουν στην άμεση εικόνα, αγνοώντας τα μακροπρόθεσμα ρίσκα. Τόνισε ότι η βελτίωση του κλίματος τις τελευταίες εβδομάδες συνδέεται με παροδική σταθερότητα και επιμέρους αναδιπλώσεις, όπως η μείωση των δασμών ΗΠΑ-Κίνας κατά 115 ποσοστιαίες μονάδες. -
Αντίδραση χωρίς πειθαρχία από τις αγορές:
Ουσιαστικά κατηγόρησε τις αγορές ότι δεν “τιμολογούν” σωστά τους κινδύνους που προκύπτουν από την αβεβαιότητα στις εμπορικές σχέσεις και τη γεωπολιτική, λέγοντας ότι αυτή η ανεκτικότητα “επιτρέπει στις πολιτικές να παραμένουν αδιόρθωτες” — και αυτό δημιουργεί θεσμικούς και συστημικούς κινδύνους για το μέλλον. -
Μακροχρόνιες συνέπειες:
Εάν οι αγορές συνεχίσουν να υποτιμούν τους κινδύνους, τότε σε βάθος χρόνου αυτό μπορεί να διογκώσει τις ανισορροπίες και να προκαλέσει κρίσεις μεγαλύτερης έντασης. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι «ό,τι σήμερα δεν τιμολογείται, μπορεί να επιστρέψει πολλαπλάσιο στο μέλλον». -
Ενθάρρυνση από τον Λευκό Οίκο:
Παρατήρησε ότι η αμερικανική προεδρία ενθαρρύνει αυτό το “risk-on” κλίμα, καθώς βραχυπρόθεσμα βοηθά στη διατήρηση των χρηματιστηριακών αγορών σε ανοδική τροχιά — κάτι που συνδέεται πολιτικά με τη “βιτρίνα” επιτυχίας.
Σχεδόν απίθανη συμφωνία με ΕΕ και άλλους μέχρι την 9η Ιουλίου
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Scope, Dennis Shen, η πολιτική των “καθολικών δασμών 10%” είναι περισσότερο ένα διαπραγματευτικό εργαλείο με στόχο την επαναδιαπραγμάτευση εμπορικών ελλειμμάτων. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι είναι απίθανο να υπάρξει ουσιαστική και πολυμερής συμφωνία έως την κρίσιμη ημερομηνία της 9ης Ιουλίου, λόγω του πλήθους και της πολυπλοκότητας των παραγόντων.
Ο κίνδυνος μιας κλιμακούμενης αντιπαράθεσης με την ΕΕ παραμένει σημαντικός, ειδικά εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, κάτι που θα μπορούσε να επαναφέρει στο προσκήνιο δασμούς έως και 50%. Παρότι υπήρξαν «θετικά σήματα» από τις συνομιλίες με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο εισηγητής ήταν σαφής: το χρονοδιάγραμμα είναι πολιτικό και η στάση του Αμερικανού προέδρου ευμετάβλητη.
Η νέα κανονικότητα
Σύμφωνα με τη Scope, οι αγορές υπερεκτίμησαν τον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων, ενώ οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν δομικές. Στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι νομισματικές αρχές δεν έχουν περιθώριο άμεσων περικοπών, καθώς οι τιμές παραμένουν πάνω από το στόχο.
Η ΕΚΤ, αντίθετα, έχει μεγαλύτερο πεδίο ελιγμών: ήδη προετοιμάζεται για μείωση στο 2% εντός Ιουνίου και πιθανή μείωση στο 1,75% έως το τέλος του 2025, καθώς ο αποπληθωριστικός χαρακτήρας των δασμών και η συγκράτηση των μισθών προσφέρουν περιθώριο.
Τα τρία κλειδιά: Ουκρανία, γεωπολιτική και Ιαπωνία
Η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία αποτελεί κομβικό παράγοντα πιστοληπτικού κινδύνου: εάν ο πόλεμος λήξει υπό όρους ευνοϊκούς για τη Ρωσία, αυτό θα έχει σοβαρές συνέπειες για την ευρύτερη περιφερειακή σταθερότητα και το πιστωτικό προφίλ της Ουκρανίας. Η Scope διατηρεί σκεπτικισμό για μια άμεση ειρηνευτική έκβαση, παρά τις αρχικές προσδοκίες για κατάπαυση πυρός εντός 100 ημερών
.
Παράλληλα, η αύξηση των ιαπωνικών αποδόσεων καθιστά τα ιαπωνικά κρατικά ομόλογα πιο ελκυστικά για παγκόσμιους επενδυτές, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον όπου η αποδολαριοποίηση αναζητά εναλλακτικά «ασφαλή καταφύγια»
Στο επίκεντρο του παγκόσμιου αφηγήματος βρίσκεται η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας, η παρατεταμένη πληθωριστική επιμονή —ειδικά στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο— και η μερική επιστροφή σε υψηλότερα “ουδέτερα” επιτόκια. Παρά τις τάσεις επιβράδυνσης, η Scope επισημαίνει ότι η θεσμική σταθερότητα και η ιδιωτική κατανάλωση συνεχίζουν να προσφέρουν αντίβαρα σε δυνητικά υφεσιακές εξελίξεις. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες αποδεικνύονται πιο εύθραυστες, ενώ πολλές αναδυόμενες αποκτούν νέα δυναμική.
Ωστόσο, το ισοζύγιο των κινδύνων παραμένει αρνητικό: η απειλή ενίσχυσης του εμπορικού πολέμου, η αυξανόμενη δημοσιονομική ευθραυστότητα και οι γεωπολιτικές εντάσεις ενισχύουν τη μεταβλητότητα και ενδέχεται να λειτουργήσουν καταλυτικά για περαιτέρω αποσταθεροποίηση του διεθνούς οικονομικού συστήματος.
Mακροοικονομικές τάσεις
Η Scope προβλέπει παγκόσμια οικονομική μεγέθυνση 2,9% για το 2025, με τις ΗΠΑ να επιβραδύνουν στο 1,5% και την ευρωζώνη στο 1,2%, λόγω εξασθένισης της βιομηχανικής δραστηριότητας και χαμηλότερης εξωτερικής ζήτησης. Οι ΗΠΑ παραμένουν στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσαρμογής, καθώς η πολιτική της νέας κυβέρνησης Τραμπ επαναφέρει τον εμπορικό προστατευτισμό, με δασμούς 10%-145% σε βασικούς εμπορικούς εταίρους, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις από Κίνα, ΕΕ και Καναδά.
Οι εμπορικές εντάσεις έχουν ήδη επιβραδύνει τον ρυθμό ανάπτυξης, πλήττοντας την εμπιστοσύνη και ενισχύοντας τον πληθωρισμό, ιδίως στις ΗΠΑ, όπου οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν άνω του 3%, ενώ στην Ευρωζώνη οι δευτερογενείς αποπληθωριστικές επιδράσεις προσφέρουν συγκράτηση. Οι προσδοκίες για τα επιτόκια παραμένουν αυξημένες: η Scope εκτιμά ότι τα βασικά επιτόκια της Fed και της ΕΚΤ θα διατηρηθούν σε επίπεδα 3,5%-1,75% αντίστοιχα, ακόμα και μετά τις προγραμματισμένες μειώσεις.
Ανάπτυξη, εργασία και πληθωρισμός: διακυμάνσεις και συγκλίσεις
Οι αγορές εργασίας παραμένουν σφικτές, με την ανεργία να κινείται κοντά στο 4,2% στις ΗΠΑ, 6,3% στην ευρωζώνη, και 4,5% στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η σταθερότητα αυτή συμβάλλει στην ανθεκτικότητα της κατανάλωσης, αν και η μεταβλητότητα των αγορών και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί σκιάζουν τις προοπτικές. Οι εταιρικές πτωχεύσεις αναμένεται να αυξηθούν, με τα ποσοστά αθετήσεων να κινούνται από 1,2 έως 3%, ανάλογα με την περιοχή και τον κλάδο.
Αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως η Κίνα (4,9%) και η Γεωργία (8,1%) επιδεικνύουν δυναμισμό, αλλά ταυτόχρονα αντιμετωπίζουν χαμηλό πληθωρισμό και εξωτερικές πιέσεις από την αναδιάταξη της ζήτησης. Η Τουρκία παραμένει σε καθεστώς υψηλού πληθωρισμού (37,5%) με δραματικά επιτόκια (47,5%) και εντεινόμενη νομισματική πίεση.
Πορεία στην ομίχλη
Η Scope επισημαίνει σαφή αρνητική δυναμική στο παγκόσμιο μακροοικονομικό ρίσκο, με βασικές απειλές την περαιτέρω κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, τον επαναπροσδιορισμό των κρατικών πιστοληπτικών κινδύνων (ιδίως στις ΗΠΑ), και τη γεωπολιτική αστάθεια σε Μέση Ανατολή, Ουκρανία και Ανατολική Ασία.
Αντίβαρα συνιστούν ενδεχόμενες πολιτικές δημοσιονομικής επέκτασης, πιο ταχεία αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ισχυρές αγορές εργασίας και αποδόσεις από μεταρρυθμιστικές πολιτικές. Ωστόσο, το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα πορεύεται πλέον σε ένα νέο καθεστώς υψηλότερου κόστους κεφαλαίου, περιορισμένης εξωστρέφειας και μεγαλύτερων συστημικών κινδύνων.