Ολοκληρώθηκε σε τρεις ημέρες η μεγαλύτερη ανταλλαγή αιχμαλώτων Ουκρανίας – Ρωσίας, την οποία αποκάλυψε πρώιμα την Παρασκευή ο Τραμπ εγείροντας ανησυχίες για την εν τέλει επιτυχία της.
Η τρίτη ημέρα ανταλλαγών αιχμαλώτων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας πραγματοποιήθηκε κανονικά την Κυριακή, ολοκληρώνοντας ένα πρόγραμμα που είχε συμφωνηθεί νωρίτερα μέσα στον μήνα, λίγες ώρες μετά από δεύτερη διαδοχική νύχτα φονικών επιθέσεων με πυραύλους και drones σε μεγάλο μέρος της Ουκρανίας.
Η ανταλλαγή 1.000 αιχμαλώτων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η μεγαλύτερη του πολέμου έως σήμερα, δεν αποτέλεσε απομονωμένη ανθρωπιστική πράξη, αλλά κεντρικό βήμα ενταγμένο στην ευρύτερη πρωτοβουλία αποκλιμάκωσης που προωθεί ο Ντόναλντ Τραμπ, που ακολουθεί τη σύνοδο χαμηλού επιπέδου στην Κωνσταντινούπολη και προηγείται της μετάβασης του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών στη Μόσχα για διαπραγματεύσεις.
Η διεξαγωγή απευθείας συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη στις 16 Μαΐου, υπό άτυπη αμερικανική διαμεσολάβηση, προετοίμασε το έδαφος για την υλοποίηση αυτής της ανταλλαγής, η οποία είχε συμφωνηθεί σε τεχνικό επίπεδο μεταξύ των δύο πλευρών, με στόχο να λειτουργήσει ως «μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης» ενόψει ειρηνευτικών επαφών. Η τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ–Πούτιν στις 19 Μαΐου και οι επαφές του με Ευρωπαίους ηγέτες επιβεβαιώνουν την πρόθεση για επιτάχυνση εξελίξεων σε διμερές και πολυμερές επίπεδο.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η ανταλλαγή των αιχμαλώτων χρησιμοποιήθηκε όχι απλώς ως σύμβολο καλής θέλησης, αλλά ως εργαλείο εκκίνησης μιας διαδικασίας πολιτικής αποσυμπίεσης. Η λογική του «εδώ και τώρα» που διέπει την αμερικανική παρέμβαση διαμορφώνει μια δυναμική γρήγορων αλλά ασύμμετρων παραχωρήσεων, με το ενδεχόμενο σταδιακής αποσύνδεσης των δυτικών θέσεων από τις αρχικές απαιτήσεις του Κιέβου για πλήρη αποχώρηση ρωσικών δυνάμεων και επιστροφή στα σύνορα του 1991.
Καρότο και μαστίγιο από τη Μόσχα
Ωστόσο, η ακολουθία μαζικών επιθέσεων σε πάνω από 30 πόλεις αμέσως μετά την ανταλλαγή αιχμαλώτων καθιστά σαφές ότι η Μόσχα δεν είναι διατεθειμένη να παίξει κατενάτσιο αλλά εφαρμόζει στρατηγική καρότο και μαστίγιο κατά Ζελένσκι και Δύσης. Παρά την ελπίδα για διατήρηση διαύλων, η ρωσική πλευρά δείχνει να εργαλειοποιεί τη διαδικασία αποκλιμάκωσης για να κερδίσει πολιτικό χρόνο και στρατιωτικά πλεονεκτήματα, ενώ οι ΗΠΑ φαίνεται να εστιάζουν περισσότερο στη δημιουργία εντυπώσεων ταχείας προόδου παρά στην εγκαθίδρυση σταθερών μηχανισμών ειρήνης.
Εντός αυτού του πλαισίου, η ανταλλαγή αιχμαλώτων αποτελεί μεν ενδεικτικό βήμα αλλαγής πλαισίου, αλλά απέχει από το να κατοχυρωθεί ως σταθερός πυλώνας ειρηνευτικής μετάβασης.
Η ανταλλαγή
Η ανταλλαγή 303 στρατιωτικών από κάθε πλευρά επιβεβαιώθηκε από το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, ανεβάζοντας το σύνολο των αιχμαλώτων που αντηλλάγησαν στις 1.000, αριθμός που αποτελεί τη μεγαλύτερη ανταλλαγή του πολέμου μέχρι σήμερα.
Η συνάντηση της 16ης Μαΐου στην Κωνσταντινούπολη, η πρώτη άμεση επαφή Ρωσίας και Ουκρανίας από το 2022, αποτέλεσε το εφαλτήριο αυτής της συμφωνίας, χωρίς όμως να συνοδευτεί από ουσιαστική πρόοδο ως προς μια βιώσιμη κατάπαυση του πυρός.
Η συμμετοχή Τραμπ και οι διφορούμενες πρωτοβουλίες
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε κεντρικό ρόλο στις παρασκηνιακές διπλωματικές διεργασίες, ωστόσο η στρατηγική του χαρακτηρίστηκε από ασυνέπεια. Αν και προώθησε τη διεξαγωγή της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη, η ταυτόχρονη πρόταση για εκεχειρία και ηπιότερες κυρώσεις —συμπεριλαμβανομένης πρότασης για μερίδιο στα ουκρανικά ενεργειακά έσοδα— προκάλεσαν ανησυχίες για μεροληψία υπέρ της Μόσχας και υπονόμευσαν την αξιοπιστία του ως ουδέτερου διαμεσολαβητή.
Η ΕΕ σε ρόλο παρατηρητή – Κίνδυνοι κλιμάκωσης
Παρά τη σταθερή στήριξή της προς το Κίεβο, η ΕΕ φαίνεται να παραμένει στο περιθώριο της διαχείρισης των ανταλλαγών αιχμαλώτων, καθώς τρίτες χώρες όπως τα ΗΑΕ έχουν αναλάβει τον ρόλο του μεσολαβητή. Οι διαρκείς επιθέσεις σε τουλάχιστον 30 πόλεις και περιοχές μετά την ανταλλαγή —με στόχο κατοικημένες περιοχές και φοιτητικές εστίες— υπογραμμίζουν την αδυναμία των υφιστάμενων διπλωματικών μηχανισμών να διαμορφώσουν συνθήκες αποκλιμάκωσης. Ο κίνδυνος περαιτέρω κλιμάκωσης παραμένει υψηλός, ενώ η αξία τέτοιων ανθρωπιστικών κινήσεων εξανεμίζεται όταν δεν συνοδεύονται από πολιτική βούληση και διεθνή πίεση για βιώσιμη ειρήνη.