Το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ το έκανε: Αποδέχθηκε τη “χορηγεία” του Κατάρ στη μορφή ενός υπερπολυτελούς Boeing 747 ως το νέο Air Force One, το αεροπλάνο δηλαδή του προέδρου… Τραμπ.
Το Πεντάγωνο επιβεβαίωσε επίσημα την αποδοχή ενός αεροσκάφους τύπου Boeing 747 από το Υπουργείο Άμυνας του Κατάρ, μια κίνηση που έλαβε χώρα στις 21 Μαΐου 2025 υπό την καθοδήγηση του Υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ. Το αεροσκάφος, υπερπολυτελές και εξοπλισμένο με χρυσές λεπτομέρειες, υπνοδωμάτια και επίπλωση υψηλής αισθητικής, φέρεται να κοστίζει άνω των 400 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η απόφαση του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ να αποδεχθεί το υπερπολυτελές αεροσκάφος από το Κατάρ, τη χώρα που έχει κατηγορηθεί για δωροδοκίες πολιτικών σε όλο τον κόσμο, έχει προκαλέσει πολιτική θύελλα στις ΗΠΑ.
Το γεγονός έλαβε χώρα υπό την ηγεσία του Υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, στενού συμμάχου του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, και εγείρει ερωτήματα για τη διαφάνεια, τη νομιμότητα και τα όρια της διπλωματικής ευγνωμοσύνης.
Η υπόθεση αυτή εξελίσσεται σε ένα τεστ θεσμικής αντοχής για το αμερικανικό σύστημα διακυβέρνησης, καθώς η αποδοχή ενός δώρου τέτοιου ύψους και πολυτέλειας απειλεί να δημιουργήσει προηγούμενο για τις σχέσεις μεταξύ κρατών και κυβερνητικών στελεχών. Το αεροσκάφος, αξίας άνω των 400 εκατομμυρίων δολαρίων, φέρεται να είχε διατεθεί προηγουμένως στην υπηρεσία της καταρινής βασιλικής οικογένειας και φέρει εξοπλισμό υψηλής χλιδής.
Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις του Πενταγώνου για συμμόρφωση με τους ομοσπονδιακούς κανονισμούς, η έντονη διακομματική αντίδραση αποτυπώνει μια βαθιά ανησυχία για τις προθέσεις πίσω από τέτοιες κινήσεις, καθώς και για τις πιθανές επιπτώσεις τους στη χάραξη πολιτικής και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Σον Πάρνελ, δήλωσε στους New York Times ότι η αποδοχή του δώρου έγινε “σύμφωνα με όλους τους ομοσπονδιακούς κανόνες και κανονισμούς”. Υπογράμμισε επίσης ότι το Υπουργείο θα διασφαλίσει ότι το αεροσκάφος θα πληροί όλες τις “απαιτήσεις ασφάλειας και λειτουργικότητας”.
Η είδηση έγινε γνωστή για πρώτη φορά στις 11 Μαΐου και προκάλεσε σφοδρή διακομματική αντίδραση. Νομοθέτες από όλο το πολιτικό φάσμα εκφράζουν ανησυχίες για τη νομιμότητα, την ασφάλεια και την ηθική διάσταση ενός τέτοιου δώρου από ξένη κυβέρνηση, ειδικά μιας χώρας όπως το Κατάρ, που διαθέτει εκτεταμένο ιστορικό διπλωματικής επιρροής μέσω δωρεών και στρατηγικών επενδύσεων στις ΗΠΑ.
Αν και δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως η μελλοντική χρήση του αεροσκάφους, στελέχη του Πενταγώνου άφησαν να εννοηθεί πως θα μπορούσε να τροποποιηθεί για στρατιωτική μεταφορά, ανθρωπιστικές αποστολές ή εκτελεστικά ταξίδια. Ωστόσο, πολλοί αμφισβητούν την πρακτικότητα αυτής της πρόθεσης, δεδομένης της χλιδής και της φύσης του αεροσκάφους.
Αντιδράσεις στο Κογκρέσο
Η αποδοχή του δώρου έχει προκαλέσει αιτήματα για:
- Έρευνα από το Γραφείο Λογοδοσίας της Κυβέρνησης (GAO),
- Συνεδριάσεις στις Επιτροπές Ενόπλων Δυνάμεων και Εξωτερικών Υποθέσεων του Κογκρέσου,
- Ευρύτερη εξέταση της πρακτικής αποδοχής ξένων δωρεών από αμερικανικές ομοσπονδιακές υπηρεσίες.
Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρίτσαρντ Μπλούμενθαλ και ο Ρεπουμπλικανός Τζ. Ντ. Βανς ζήτησαν δημόσια την ανάσχεση της δημιουργίας προηγούμενου για την αποδοχή υψηλότιμων δώρων, χαρακτηρίζοντας την πρακτική αυτή επικίνδυνη για τη θεσμική ακεραιότητα των ΗΠΑ.
Νομική βάση και διπλωματικές σκοπιμότητες
Σύμφωνα με τον Σον Πάρνελ, η αποδοχή του αεροσκάφους βασίστηκε στον Νόμο για τον Έλεγχο Εξαγωγών Όπλων (Arms Export Control Act) και στις διατάξεις της Υπηρεσίας Ασφαλείας Αμυντικής Συνεργασίας (DSCA). Παρότι προβλέπεται η αποδοχή αμυντικών πόρων από συμμάχους, οι επικριτές επισημαίνουν ότι η συγκεκριμένη πράξη αφορά είδος που συνιστά πολυτελές και πιθανώς πολιτικά φορτισμένο δώρο, όχι στρατηγικό αμυντικό εξοπλισμό.
Η πράξη αυτή εκλαμβάνεται ως σήμα ενίσχυσης της στρατηγικής σχέσης ΗΠΑ-Κατάρ, με στόχο την περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας τους στο Αλ Ουντέιντ και αλλού. Ωστόσο, εάν παραμείνει χωρίς θεσμική αντίδραση, ενδέχεται να δώσει το πράσινο φως και σε άλλες κυβερνήσεις να χρησιμοποιήσουν ανάλογες μεθόδους για την άσκηση επιρροής.