Καθησυχαστική είναι η Moody’s για τον αντίκτυπο των εμπορικών εντάσεων στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, υποστηρίζοντας ότι θα είναι εν γένει διαχειρίσιμος, αλλά επισημαίνοντας παράλληλα δύο κανάλια… κινδύνου.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες εισέρχονται σε αυτή την περίοδο αυξημένης αβεβαιότητας από θέση ισχύος και εκτιμούμε ότι ο συνολικός αντίκτυπος θα είναι διαχειρίσιμος. Ωστόσο, οι αναλυτές εντοπίζουν δύο βασικά κανάλια μετάδοσης των κινδύνων από την εφαρμογή δασμών στην πιστοληπτική ικανότητα μεμονωμένων ευρωπαϊκών τραπεζών:
Σύμφωνα με τη Moody’s ο αντίκτυπος από τις εμπορικές εντάσεις θα είναι εν γένει διαχειρίσιμος για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες -σημειώνει- ότι εισέρχονται στην οιονεί κρίση από θέση ισχύος.
Ειδικότερα, σε ανάλυσή της η Moody’s αναφέρει ότι η οικονομική αβεβαιότητα και η πιθανή αναστάτωση στις χρηματοπιστωτικές αγορές λόγω των προτεινόμενων από τις ΗΠΑ (Aa1 σταθερό) υψηλών δασμών στις εισαγωγές θα επηρεάσουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες κατά το προσεχές διάστημα, παρά το μορατόριουμ 90 ημερών στους περισσότερους από τους αυξημένους δασμούς που ανακοινώθηκαν στις 9 Απριλίου, και την προσωρινή αλλά σημαντική χαλάρωση των δασμών μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας (A1 αρνητικό) στις 12 Μαΐου.
1. Εξασθένηση εμπιστοσύνης και μακροοικονομικών συνθηκών
Το κύριο κανάλι κινδύνου για τις τράπεζες είναι η επιβράδυνση της ανάπτυξης του ΑΕΠ σε όλη την Ευρώπη – αν και λιγότερο έντονα απ’ ό,τι στη Βόρεια Αμερική και την Ασία – σε συνδυασμό με την πτώση της εμπιστοσύνης καταναλωτών και επιχειρήσεων. Αυτοί οι παράγοντες θα μειώσουν την αύξηση των δανείων και θα αποδυναμώσουν την απόδοση των χαρτοφυλακίων και την κερδοφορία των τραπεζών. Οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται σε χώρες με υψηλή έκθεση στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, καθώς και εκείνες που είναι βαριά επενδεδυμένες σε τομείς που πλήττονται από τους δασμούς, θα επηρεαστούν περισσότερο.
Επιπλέον, αναμένουμε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να συνεχίσει τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής μετά τη μείωση επιτοκίων της 17ης Απριλίου, καθώς η οικονομία της ευρωζώνης παραμένει αδύναμη και ο πληθωρισμός συνεχίζει να μειώνεται. Θετικά, η μείωση επιτοκίων θα περιορίσει το κόστος εξυπηρέτησης χρέους για τους δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο. Ωστόσο, θα αποδυναμώσει τα περιθώρια κέρδους των τραπεζών, ιδιαίτερα σε χώρες όπου τα στεγαστικά δάνεια έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο (π.χ. Ισπανία [Baa1 θετικό], Ιταλία [Baa3 σταθερό]) ή επανατιμολογούνται εντός σύντομων χρονικών περιόδων (π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο [Aa3 σταθερό], Κάτω Χώρες [Aaa σταθερό]). Παρόλα αυτά, τα επίπεδα κερδοφορίας θα παραμείνουν υψηλότερα από αυτά της παρατεταμένης περιόδου χαμηλών επιτοκίων πριν το 2022.
2. Αναστάτωση στις χρηματοπιστωτικές αγορές
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες επωφελούνται από την αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές μέσω ενίσχυσης των εσόδων από συναλλαγές. Ωστόσο, μία διαρκής πτώση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων θα ασκήσει πιέσεις στις αμοιβές διαχείρισης κεφαλαίων, ενώ τα έσοδα από συμβουλευτικές υπηρεσίες και αναδοχή έκδοσης τίτλων θα μειωθούν καθώς οι συγχωνεύσεις, εξαγορές και τα επενδυτικά σχέδια αναστέλλονται μέχρι να επανέλθει η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων.
- Οι υψηλές θέσεις σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα που καταχωρούνται ως εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία, είτε στην εύλογη αξία μέσω των λοιπών συνολικών εσόδων είτε μέσω της κατάστασης αποτελεσμάτων, αποτελούν άλλη μία πηγή κινδύνου, καθώς εκθέτουν τις τράπεζες σε μεταβλητότητα των spreads και δευτερογενείς επιπτώσεις στην κεφαλαιακή τους επάρκεια.
- Ορισμένες ευρωπαϊκές τράπεζες ενδέχεται επίσης να εκτεθούν σε απότομη μείωση της βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης που παρέχουν τα αμερικανικά αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς (MMFs) σε περίπτωση έντονης αναστάτωσης στις αγορές. Ωστόσο, οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες θα μπορούσαν να αποτελέσουν αποδέκτες μιας φυγής προς την ποιότητα («flight to quality»), μειώνοντας τον κίνδυνο απόσυρσης των MMFs από την Ευρώπη.