Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε ένα νέο σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών για την online προστασία των ανηλίκων, στο πλαίσιο της Πράξης για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA). Παρότι το εγχείρημα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και ενσωματώνει προτάσεις από φορείς και νέους χρήστες, αφήνει σημαντικά ερωτήματα αναπάντητα – από την εφαρμοσιμότητα των μέτρων έως την προστασία σε εθνικό επίπεδο.
Η ΕΕ με αυτή της την κίνηση ξεκινά δημόσια διαβούλευση που θα διαρκέσει έως τις 10 Ιουνίου 2025, προσκαλώντας γονείς, παιδιά, πλατφόρμες και ειδικούς να συνεισφέρουν απόψεις. Το σχέδιο, αν και αναγκαίο, έρχεται σε μια περίοδο όπου η ανησυχία για την ασφάλεια των παιδιών στο διαδίκτυο έχει κορυφωθεί, εν μέσω αμφιβολιών για την πραγματική αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του.
Από την πρόθεση στην πράξη
Η Επιτροπή τονίζει ότι στόχος είναι η δημιουργία ενός ασφαλέστερου ψηφιακού περιβάλλοντος για τους ανήλικους, μέσα από μέτρα όπως:
- η επαλήθευση ηλικίας,
- η ιδιωτικότητα ως προεπιλογή για παιδικούς λογαριασμούς,
- η μείωση της έκθεσης σε επιβλαβές περιεχόμενο μέσω συστημάτων συστάσεων,
- η ενίσχυση των διαύλων υποστήριξης και καταγγελιών,
- η εσωτερική διακυβέρνηση των ίδιων των πλατφορμών.
Επιπλέον, οι κατευθυντήριες γραμμές απευθύνονται σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες προσβάσιμες από παιδιά, ανεξαρτήτως μεγέθους — με εξαίρεση τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.
Όμως, το ζήτημα δεν είναι απλώς ποια μέτρα προτείνονται, αλλά το κατά πόσο μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά, και κυρίως από ποιους. Η πρακτική εμπειρία έχει δείξει ότι ακόμη και οι «πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες» δεν τηρούν πάντα τις υποχρεώσεις τους — παρά τις νομικές προβλέψεις που ήδη ισχύουν.
Ερωτήματα εφαρμογής και ευθύνης
Παρά την επισημότητα της ανακοίνωσης και τη συμμετοχή πρεσβευτών νεολαίας του προγράμματος BIK+, παραμένουν ερωτήματα για την ευθύνη υλοποίησης των μέτρων. Οι πλατφόρμες καλούνται να ενσωματώσουν πρακτικές όπως ο αυτόματος εντοπισμός επιβλαβούς περιεχομένου ή η αξιόπιστη επαλήθευση ηλικίας, χωρίς όμως σαφείς μηχανισμούς ελέγχου και κυρώσεων σε περίπτωση αποτυχίας. Η DSA προβλέπει βεβαίως κυρώσεις, αλλά η ικανότητα και η βούληση των αρχών να τις επιβάλουν παραμένει αμφίβολη — ιδίως όταν πρόκειται για κολοσσούς με πολυεπίπεδες νομικές άμυνες.
Επιπλέον, οι ανησυχίες για την ιδιωτικότητα των ίδιων των μεθόδων επαλήθευσης ηλικίας (π.χ. βιομετρικά δεδομένα ή παρακολούθηση χρήσης) ενδέχεται να ανοίξουν νέο γύρο διαμάχης για τα όρια της προστασίας. Η προστασία των παιδιών δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος άλλων δικαιωμάτων, ούτε να παρέχει προσχήματα για ευρύτερη επιτήρηση.
Ψηφιακή ωριμότητα ή ψηφιακός πανικός;
Η επίτροπος Χένα Βίρκουνεν υποστήριξε ότι «η ασφάλεια των παιδιών είναι κορυφαία προτεραιότητα», και ότι οι κατευθυντήριες γραμμές εντάσσονται σε μια συνολική στρατηγική ενίσχυσης της «τεχνολογικής κυριαρχίας, ασφάλειας και δημοκρατίας». Ωστόσο, η ρητορική αυτή δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται πίσω από τις εξελίξεις — συχνά αντιδρώντας σε προβλήματα που έχουν ήδη λάβει ανησυχητικές διαστάσεις, αντί να λειτουργεί προληπτικά.
Η στρατηγική BIK+ (Better Internet for Kids Plus) είναι μια φιλόδοξη προσπάθεια, αλλά δεν έχει ακόμη αποδείξει τη δυνατότητά της να επηρεάζει ουσιαστικά τις ψηφιακές κολοσσιαίες επιχειρήσεις. Τα παιδιά εξακολουθούν να εκτίθενται σε ακατάλληλο περιεχόμενο, διαφημίσεις και αδιαφανείς αλγορίθμους, συχνά χωρίς επίγνωση ή έλεγχο των γονιών τους.
Το ζητούμενο: δεσμευτικότητα και διαφάνεια
Η πρωτοβουλία είναι σημαντική και σίγουρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως, όπως και με πολλές άλλες δράσεις της Ε.Ε. στο πεδίο της ψηφιακής πολιτικής, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θα παραμείνει σε επίπεδο σύστασης ή θα μεταφραστεί σε δεσμευτικές πρακτικές, με ουσιαστικό έλεγχο και διαφάνεια.
Μέχρι τότε, η προστασία των παιδιών στο διαδίκτυο παραμένει λιγότερο θέμα πολιτικής βούλησης και περισσότερο θέμα αντοχής των ίδιων των οικογενειών απέναντι σε ένα περιβάλλον που σπάνια φτιάχτηκε με γνώμονα τις ανάγκες τους.
Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε στο σχέδιο των κατευθυντήριων γραμμών.