Ο αντίκτυπος των datacenters μέχρι τώρα έχει αποτιμηθεί σε όρους ενεργειακής κατανάλωσης, δικτύων και εκπομπής ρύπων, το νερό όμως είναι ακόμη πιο κρίσιμο και όχι μόνο για τη λειτουργία τους, ενώ ο αντίκτυπος στο περιβάλλον και την κοινωνία είναι επιθετικός, καθώς η κλιματική αλλαγή επιταχύνει την εξάντληση των υδάτινων πόρων και η πύκωνση των πληθυσμών επίσης. Το πρόβλημα όμως είναι ακόμη πιο σύνθετο, καθώς μεγάλη μάζα των datacenters αναπτύσσεται σε περιοχές με εγωνσμένα ζητήματα επάρκειας νερού.
Τα data centers που στηρίζουν την τεχνητή νοημοσύνη (AI) καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες νερού για την ψύξη των υπερθερμαινόμενων servers, αλλά και έμμεσα μέσω της ενεργειακής κατανάλωσης που απαιτείται για τη λειτουργία τους. Ωστόσο, περίπου τα δύο τρίτα των νέων ή υπό ανάπτυξη data centers από το 2022 βρίσκονται σε περιοχές που ήδη αντιμετωπίζουν σοβαρότατο πρόβλημα λειψυδρίας.
Η παγκόσμια άνθηση της τεχνητής νοημοσύνης βασίζεται σε ενεργοβόρες και υδροβόρες υποδομές, που συχνά αναπτύσσονται σε περιοχές με περιορισμένη δυνατότητα υποστήριξής τους. Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει με στρατηγικό σχεδιασμό ώστε να επωφεληθεί από την επενδυτική δυναμική χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των φυσικών της πόρων, πρωτίστως του νερού.
Περιοχές όπως ο αμερικανικός νότος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανταγωνίζονται σκληρά μεταξύ τους για να πρ οσελκύσουν επενδύσεις σε υποδομές τεχνητής νοημοσύνης, με στόχο να διεκδικήσουν μερίδιο από τη ραγδαία αναπτυσσόμενη αυτή αγορά. Αντίστοιχα, στην Κίνα και στην Ινδία, ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό των κέντρων δεδομένων κατασκευάζονται σε περιοχές με ακόμα πιο περιορισμένη πρόσβαση σε καθαρό νερό από ό,τι στις ΗΠΑ, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg.
Η κατάσταση δημιουργεί μια επικίνδυνη αντίφαση: η «δίψα για δεδομένα» έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τις ανάγκες τοπικών κοινωνιών που δίνουν μάχη για πρόσβαση σε καθαρό νερό. Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται ένα νέο είδος «τεχνολογικού περιβαλλοντικού αποικισμού», όπου περιοχές με λιγοστούς υδάτινους πόρους επιβαρύνονται δυσανάλογα για να εξυπηρετηθεί η ψηφιακή ανάπτυξη.
Τα Datacenters διψάνε ασταμάτητα
Από το 2022, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg σε συνεργασία με το World Resources Institute και την DC Byte, περίπου δύο στους τρεις νέους σταθμούς επεξεργασίας δεδομένων κατασκευάζονται σε περιοχές με υψηλό ή εξαιρετικά υψηλό υδατικό στρες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν καταγράψει περισσότερα από 160 νέα data centers από την έναρξη της γενετικής AI εκτίναξης, με τη συγκέντρωση να εντοπίζεται σε Πολιτείες όπως το Τέξας, η Αριζόνα και η Καλιφόρνια. Παράλληλα, η Ινδία και η Κίνα επιταχύνουν την ανάπτυξη τέτοιων υποδομών σε ήδη άνυδρες γεωγραφίες, καθιστώντας την κατανάλωση νερού μία από τις πιο κρίσιμες αλλά αφανείς παραμέτρους της ψηφιακής ισχύος.
Τα data centers δεν καταναλώνουν μόνο νερό για την άμεση ψύξη των εξοπλισμών. Το 60% της συνολικής κατανάλωσης σχετίζεται έμμεσα με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που τα τροφοδοτεί. Ένα τυπικό κέντρο 100 MW καταναλώνει 2 εκατομμύρια λίτρα την ημέρα, που ισοδυναμεί με την ημερήσια χρήση 6.500 νοικοκυριών. Η διεθνής τάση προβλέπει ότι έως το 2030, η παγκόσμια κατανάλωση νερού από data centers θα αυξηθεί από 560 σε 1.200 δισεκατομμύρια λίτρα τον χρόνο. Το φαινόμενο προκαλεί ήδη κοινωνικές αντιδράσεις: στην Ολλανδία, το έργο της Meta αναστάλθηκε λόγω τοπικής αντίστασης, ενώ στη Χιλή διαδηλώσεις ανάγκασαν την κυβέρνηση να αποσύρει προσωρινά την άδεια της Google. Στην πολιτεία του Όρεγκον, η κοινωνία πολιτών κινητοποιήθηκε για την αποκάλυψη των πραγματικών στοιχείων κατανάλωσης νερού της Google, οδηγώντας σε νομική διαμάχη.
Η τεχνολογική χωροθέτηση ακολουθεί οικονομικά κριτήρια (φθηνή γη και ενέργεια), αγνοώντας σε πολλές περιπτώσεις τις περιβαλλοντικές αντοχές και τις κοινωνικές ανάγκες. Έτσι, δημιουργούνται συγκρούσεις και ασυμμετρίες που αναδεικνύουν το νερό ως το νέο πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ καινοτομίας και βιωσιμότητας.
…και απειλούν να “στραγγίσουν” την Αττική
Η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω από την προειδοποίηση της ΕΥΔΑΠ, η οποία έχει σημάνει συναγερμό για την επάρκεια των υδατικών αποθεμάτων της Αττικής. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η συνολική ετήσια κατανάλωση νερού στο δίκτυο της ΕΥΔΑΠ αγγίζει τα 400 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Η εκτιμώμενη κατανάλωση νερού από πέντε νέα data centers των 100 MW, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, ανέρχεται σε 3,65 δισ. λίτρα ετησίως – ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 0,91% της συνολικής κατανάλωσης του συστήματος. Αν και ποσοτικά το νούμερο δεν προκαλεί εντύπωση, αποκτά κρίσιμη σημασία εφόσον αυτή η κατανάλωση συγκεντρώνεται σε περιοχές όπως η Ανατολική Αττική, οι οποίες ήδη αντιμετωπίζουν οικιστική πίεση, έλλειψη εναλλακτικών υδροληψιών και φθίνουσα πληρότητα στους ταμιευτήρες του Μόρνου και της Υλίκης. Επιπλέον, η χρήση αυτή είναι αδιάλειπτη, μη ελαστική και δεν μπορεί να μειωθεί σε περιόδους κρίσης, σε αντίθεση με τις οικιακές ή γεωργικές καταναλώσεις.
Η Ελλάδα κινδυνεύει να εισέλθει σε μια νέα φάση υδρολογικής αστάθειας, όχι από την κλιματική αλλαγή ή την ανεπάρκεια πόρων, αλλά από τον μη ρυθμιζόμενο ψηφιακό σχεδιασμό που συσσωρεύει πίεση εκεί όπου το δίκτυο ήδη λειτουργεί στα όρια.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η Ελλάδα διαθέτει 16 υφιστάμενα κέντρα δεδομένων και τουλάχιστον 8 υπό κατασκευή ή σχεδιασμό, με συνολική προβλεπόμενη ισχύ που αναμένεται να ξεπεράσει τα 139 MW έως το 2030. Κύριοι επενδυτές περιλαμβάνουν τη Microsoft, τη ΔΕΗ, τη Digital Realty, τη Data4 και τη Lancom.
Ζήτημα πολιτικής
Ωστόσο, η ταχεία ανάπτυξη αυτών των εγκαταστάσεων δεν συνοδεύεται πάντα από σαφή περιβαλλοντική αξιολόγηση και στρατηγική διαχείρισης φυσικών πόρων, ειδικά όσον αφορά το νερό.
Η ΕΥΔΑΠ έχει ήδη απευθύνει ηχηρή προειδοποίηση για την κατάσταση των υδάτινων αποθεμάτων που τροφοδοτούν την Αττική. Σύμφωνα με την εταιρία, η πληρότητα των ταμιευτήρων (κυρίως του Μόρνου και του Υλίκης) βρίσκεται σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα, και εάν συνεχιστεί η ξηρασία και αυξηθεί η κατανάλωση, το λεκανοπέδιο ενδέχεται να αντιμετωπίσει σημαντικά προβλήματα επάρκειας νερού μέσα στα επόμενα δύο έτη.
Η επιβάρυνση από μεγάλα data centers που χρειάζονται συνεχή υδρόψυξη (ή έμμεση κατανάλωση μέσω ηλεκτρικής ενέργειας από θερμικές μονάδες) δεν έχει ακόμα αποτυπωθεί στις δημόσιες συζητήσεις. Ωστόσο, σε περιοχές με ήδη έντονη οικιστική πίεση όπως τα Μεσόγεια, η κατάσταση απαιτεί επανεξέταση των όρων αδειοδότησης τέτοιων υποδομών.
Υπάρχουν διαθέσιμες τεχνολογικές λύσεις για τη μείωση της κατανάλωσης νερού, όπως τα κλειστά κυκλώματα (closed loop systems), η ψύξη με υποβρύχιους μη αγώγιμους υγρούς φορείς (immersion cooling), καθώς και η χρήση επεξεργασμένων λυμάτων, πρακτική που έχει ήδη υιοθετήσει η Amazon σε 24 εγκαταστάσεις της. Ωστόσο, αυτές οι τεχνολογίες είναι είτε ιδιαίτερα ενεργοβόρες είτε απαιτούν μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές και τοπικές συνέργειες με οργανισμούς ύδρευσης, κάτι που δεν υφίσταται ακόμη στην Ελλάδα. Παράλληλα, απουσιάζει το ρυθμιστικό πλαίσιο που θα επιβάλλει ή θα επιδοτεί την υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών.
Προτάσεις πολιτικής
- Χρειάζεται άμεση ενσωμάτωση του υδατικού αποτυπώματος στον σχεδιασμό και την αδειοδότηση των data centers στην Ελλάδα.
- Θεσμοθέτηση υποχρεωτικής χρήσης τεχνολογιών χαμηλής υδροκατανάλωσης, όπως αερόψυκτοι ή έμμεσοι τρόποι ψύξης.
- Αξιολόγηση της φορολογικής πολιτικής και των κινήτρων με βάση τη συνολική περιβαλλοντική επιβάρυνση των επενδύσεων, όχι μόνο την ψηφιακή και οικονομική τους αξία.
- Δημόσια διαβούλευση για το Εθνικό Χωροταξικό των data centers, με συμμετοχή πολιτών, ειδικών και τοπικών αρχών.