Δεν υπάρχουν βραχυχρόνια σοκ, οι τράπεζες τα κάνουν… μεσοπρόθεσμα. Αυτό είναι το συμπέρασμα έρευνας που δημοσιεύθηκε στη BIS, η οποία αναλύει τον αντίκτυπο των βραχύβιων σοκ στο σύστημα και εστιάζει στη διαχείρισή τους από τις τράπεζες, παρά τις παρεμβάσεις στήριξης από τις κεντρικές τράπεζες.
Στην πραγματικότητα, η μελέτη καταλήγει ότι οι τραπεζίτες ανεβάζουν τα επιτόκια και σφίγγουν τους όρους χρηματοδοτήσεων για παρατεταμένη περίοδο μετά από ένα σοκ στις αγορές ομολόγων, αν και έχει μεσολαβήσει παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών που έχει επιτύχει την εξομάλυνση των συνθηκών άμεσα.
Τα πρόσφατα επεισόδια χρηματοπιστωτικής αστάθειας ανέδειξαν την ευθραυστότητα των χονδρικών καταθέσεων ως πηγή κινδύνου ρευστότητας για τις τράπεζες. Ιδιαίτερα οι μη τραπεζικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί (NBFIs), παρότι δεν προκαλούν τυπικά bank runs, δεν διαθέτουν αξιόπιστο μηχανισμό στήριξης ρευστότητας (liquidity backstop), γεγονός που τους καθιστά δυνητικούς πομπούς συστημικού κινδύνου.
Οι συγγραφείς τεκμηριώνουν πώς οι μαζικές ρευστοποιήσεις επενδυτικών κεφαλαίων κατά την έναρξη της πανδημίας Covid-19 οδήγησαν σε απότομη μείωση της ζήτησης για πιστοποιητικά καταθέσεων (CDs), επηρεάζοντας άμεσα τη δομή χρηματοδότησης και τη δανειοδοτική στρατηγική των τραπεζών.
Ανάλυση και μεθοδολογία
Η μελέτη αξιοποιεί υψηλής ανάλυσης δεδομένα από την Κολομβία, συνδέοντας τις θέσεις επενδυτικών κεφαλαίων σε τραπεζικά πιστοποιητικά καταθέσεων (CDs) με τις στρατηγικές δανεισμού των τραπεζών. Κατά το ξέσπασμα της πανδημίας Covid-19, τα funds υπέστησαν μαζικές εξαγορές— άνω του 30% του ενεργητικού τους — οδηγώντας σε εξαναγκαστική ρευστοποίηση των CDs και αιφνίδια υποχώρηση της χονδρικής ζήτησης ρευστότητας από τις τράπεζες.
Οι συγγραφείς πρώτα εκτίμησαν την επίδραση των εξαγορών στη ζήτηση CDs, απομονώνοντας την πλευρά της προσφοράς. Στη συνέχεια, ανέλυσαν την προσαρμογή των τραπεζών στις συνθήκες πίστωσης, εστιάζοντας σε μεταβολές επιτοκίων, διάρκειας και ποσού νέων εταιρικών δανείων.
Κύρια ευρήματα
- Τα funds που δέχθηκαν ισχυρές εκροές περιόρισαν σημαντικά τη ζήτηση για CD, ιδιαίτερα κατά το τρίμηνο μετά τον Μάρτιο του 2020.
- Οι κεντρικές παρεμβάσεις της Banco de la República (BdR) σταθεροποίησαν τις συνθήκες, αλλά το σοκ είχε διαρκή επίδραση στις πιστωτικές πρακτικές των τραπεζών.
- Οι τράπεζες αύξησαν τα επιτόκια και μείωσαν τη διάρκεια των νέων δανείων έως και 13 μήνες, ακόμα και 6–12 μήνες μετά το σοκ.
- Ο όγκος των δανείων παρέμεινε σχετικά σταθερός, αλλά οι όροι τους μεταβλήθηκαν, επιβεβαιώνοντας ότι ακόμη και βραχύβια σοκ μπορούν να έχουν μεσοπρόθεσμες πραγματικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Στοιχεία της εμπειρικής ανάλυσης
Κατά το διάστημα 6–31 Μαρτίου 2020, τα open-ended funds στην Κολομβία υπέστησαν εκροές ύψους 24,6 τρισ. COP (περίπου 7,1 δισ. δολ.), που αντιστοιχούν σε μείωση 31,3% των συνολικών τους περιουσιακών στοιχείων. Το 58% των επενδύσεών τους αφορούσε CDs εγχώριων τραπεζών, με αποτέλεσμα τα funds να ρευστοποιήσουν CD αξίας 13,8 τρισ. COP – μείωση 27% σε λιγότερο από έναν μήνα. Ταυτόχρονα, η μεταβλητότητα στις αποδόσεις των CD αυξήθηκε κατακόρυφα, ιδίως για τα CD που αποτελούσαν κύριες θέσεις στα χαρτοφυλάκια των funds.
Η στατιστική ανάλυση δείχνει ότι αύξηση των εξαγορών κατά 1% συνδέθηκε με μείωση 0,16% στις θέσεις των funds σε CD. Ειδικά στα funds με χαμηλά αποθέματα ρευστότητας και υψηλή συμμετοχή CDs στο ενεργητικό τους, το αποτέλεσμα ήταν εντονότερο. Αντίστοιχα, τα funds που είχαν συγγενική σχέση με τράπεζες απέφυγαν να ρευστοποιήσουν CD των σχετιζόμενων τραπεζών, υποδεικνύοντας ενδοομιλική στήριξη.
Παρά τις παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας (BdR), οι επιπτώσεις στις τράπεζες ήταν μετρήσιμες. Τράπεζες που εξαρτώνταν περισσότερο από τα κεφάλαια αυτά αύξησαν τα επιτόκια των νέων δανείων κατά περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα και μείωσαν τη διάρκεια των δανείων κατά 9 έως 13 μήνες κατά μέσο όρο – ανάλογα με το επίπεδο της έκθεσής τους. Το αποτέλεσμα αυτό αποδίδεται στην ανάγκη περιορισμού του μετασχηματισμού διάρκειας εν μέσω αβέβαιων συνθηκών ρευστότητας.
Συνεισφορά και πολιτικές επιπτώσεις
Σύμφωνα με τη μελέτη οι δεσμοί τραπεζών–funds αποδεικνύονται κρίσιμος αγωγός μεταβολής στους όρους δανεισμού, με άμεσο αντίκτυπο στη διάρκεια των δανείων. Το εύρημα αυτό αποκαλύπτει μια νέα όψη του μετασχηματισμού κινδύνου διάρκειας και ενισχύει την ανάγκη ενισχυμένης εποπτείας των NBFIs και διαλειτουργικής παρακολούθησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.