Στις κενρικές τράπεζες και ιδιαίτερα στην ΕΚΤ στρέφονται τα βλέμματα διεθνώς για τη διαχείριση των επιπτώσεων από τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε ο Ντόναλντ Τραμπ, ενώ ο πληθωρισμός υποχωρεί μεν αλλά θα μπορούσε να αναζωπυρωθεί εξαιτίας των γεωοικονομικών εξελίξεων και της αλλαγής του τοπίου.
Αν και η μπίλια για τους δασμούς δεν έχει ακόμη κάτσει, καθώς ο Τραμπ εμφανίζεται έτοιμος για διμερείς διαπραγματεύσεις και deals, για την Ευρώπη η κατάσταση δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη. Ο Ντόναλντ Τραμπ αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξη του μπλοκ στη βάση της ενιαίας εμπορικής πολιτικής, ενώ επιχειρεί να θέσει ζήτημα για τον ΦΠΑ. Πρόκειται για κινήσεις που στόχο έχουν να σπάσουν την ΕΕ και να οδηγήσουν σε κατά μόνας διαπραγματεύσεις.
Οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αυξάνονται, καθώς επενδυτές και αναλυτές που αξιολογούν τις συνέπειες από τους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα είναι ηπιότερες, ενώ η ανάπτυξη θα πληγεί περισσότερο. Ωστόσο, οι υπολογισμοί είναι ακόμη σε επίπεδο σεναρίων, καθώς δεν είναι σαφές πως θα χειριστούν οι εταιρίες την αύξηση του κόστους και που θα σταματήσει αυτό.
Δύο ημέρες μετά τη μεγάλη ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου, οι αγορές προεξοφλούν τουλάχιστον τρεις επιπλέον μειώσεις στο κόστος δανεισμού της ευρωζώνης εντός του έτους — από δύο που προέβλεπαν προηγουμένως. Οι οικονομολόγοι είναι ολοένα και πιο βέβαιοι ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει στην πρώτη από αυτές τις μειώσεις τον Απρίλιο, παρά το γεγονός ότι οι αξιωματούχοι δεν έχουν δώσει σαφές σήμα για τις προθέσεις τους.
Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs δήλωσαν την Παρασκευή ότι μια μείωση σε δύο εβδομάδες είναι «πλέον πολύ πιθανή», καθώς το σοκ από τους δασμούς συνεπάγεται καθοδικούς κινδύνους για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Οι αναλυτές της Deutsche Bank δήλωσαν ότι το αποπληθωριστικό αποτέλεσμα από την εξασθένηση της ανάπτυξης «θα πρέπει να κυριαρχήσει στη σκέψη της ΕΚΤ και να διατηρήσει τον κύκλο χαλάρωσης ενεργό, τουλάχιστον προς το παρόν».
Ορισμένοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έδειξαν λιγότερη βεβαιότητα μετά την ανακοίνωση της Τετάρτης. Ο διοικητής της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, δήλωσε ότι οι δασμοί θα δοκιμάσουν τις επιδόσεις της ΕΚΤ, ενώ ο Σλοβάκος Πέτερ Καζίμιρ τόνισε ότι τα μέτρα «επηρεάζουν κυρίως τις τιμές». Μόνο ο Γιάννης Στουρνάρας από την Ελλάδα υποστήριξε ανοιχτά μια ακόμη μείωση αυτόν τον μήνα.
Πριν από τις ανακοινώσεις του Τραμπ, η Κριστίν Λαγκάρντ είχε παρουσιάσει ανάλυση που έδειχνε ότι οι γενικευμένοι δασμοί θα μείωναν την ανάπτυξη, ενώ θα αύξαναν τον πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, αυτό βασιζόταν κυρίως στην υπόθεση ότι το ευρώ θα αποδυναμωνόταν και ότι η ΕΕ θα απαντούσε με μέτρα που θα αύξαναν τις τιμές.
Αμφότερες οι υποθέσεις αυτές πλέον αμφισβητούνται. Το ευρώ διαπραγματεύεται κοντά στο ισχυρότερο επίπεδο των τελευταίων έξι μηνών έναντι του δολαρίου, ενώ η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει δηλώσει ότι οι Βρυξέλλες θα προτιμούσαν να αποφύγουν τη σύγκρουση και να επιδιώξουν μια διαπραγματευτική λύση τις επόμενες εβδομάδες.
Η αντίδραση της ΕΚΤ «θα εξαρτηθεί εν μέρει από τη μορφή που θα λάβει οποιοδήποτε αντίμετρο στους δασμούς, αλλά το βασικό μας σενάριο είναι ότι αυτό προσθέτει στήριξη για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων τους επόμενους μήνες», δήλωσε ο Κόλιν Φίνλεϊσον, συνδιαχειριστής του Aegon Strategic Bond Fund.
Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Γιάννης Στουρνάς βλέπει μια μείωση επιτοκίων τον Απρίλιο και υποχώρηση των επιτοκίων στο 2% μέχρι το τέλος του έτους. Η θεώρηση αυτή είναι λιγότερη αισιόδοξη από τα αιτήματα των αγορών, θα δώσει όμως το άμεσο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, η ΕΚΤ θα μπορούσε α δοκιμάσει τις δυνάμεις της με μια γεναία μείωση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης τον Απρίλιο, εξαντλώντας τα περιθώρια με στόχο να κερδίσει από την ψυχολογική ανάταση που θα προκαλέσει η άμεση αντίδραση.
Το στοίχημα και οι απειλές
Η Ευρώπη, καλείται να αντιμετωπίσει μια νέα ομάδα αλληλεπικαλυπτόμενων κρίσεων, τους δασμούς και την άμυνα, με αμφότερες να πηγάζουν από τις ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, προσπαθεί να οριοθετήσει τη σχέση με την Κίνα, ενώ η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της επαναπροσέγγισης με τη Ρωσία επιζητώντας φθηνή ενέργεια.
Υπό καθεστώς πολυεπίπεδων πιέσεων και ασύμμετρων απειλών οι ταγοί της ΕΕ καλούνται να λάβουν καθοριστικές αποφάσεις για την επόμενη ημέρα του μπλοκ. Ωστόσο, η διαχείριση της κρίσης έχει και σήμερα, όχι μόνο αύριο. Η Κομισιόν όμως που έχει αναλάβει το day-to-day operations της ΕΕ πέφτει σε ανυπολυψία, τόσο από τις ΗΠΑ και τον Τραμπ που αρνείται να συνομιλήσει θεσμικά με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, όσο από τη Ρωσία. Αυτό περιορίζει τους συνομιλητές της Κομισιόν στην …Κίνα και την Τουρκία.
Με τη Γερμανία σε μεταβατική περίοδο, τη Γαλλία ανίκανη να ηγηθεί, την Ουγγαρία να παίζει άλλοτε ο παιχνίδι του Τραμπ και άλλοτε του Πούτιν, τη Ρουμανία στο μεταίχμιο, τη Βουλγαρία σε διαρκή ρευστότητα, την Ιταλία να καρκινοβατεί και τη Πολωνία να αναζητά ακόμη την πολιτική σταθερότητα, οι οιωνοί δεν είναι καλοί.
Οι αγορές αναγνωρίζουν ότι το μπιλιάρδο που ξεκίνησε με τους δασμούς δεν θα καταλήξει κάπου άμεσα και οι καραμπόλες θα είναι πολλές. Η Ευρώπη καλείται πρώτα να διαμορφώσει ενιαίο μέτωπο, μετά να διαπραγματευτεί και ακολούθως να υλοποιήσει. Στο μεταξύ όμως πρέπει να επιβιώσει και γι αυτό θα χρειαστεί buffers και πολιτικές. Για την ώρα όμως εκτός την ΕΚΤ τα εργαλεία των χωρών είναι …κλειδωμένα στο ντουλάπι της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Ενώ οι ηγέτες αναζητούν ακόμη λύσεις για τη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών, τώρα είναι αναγκασμένοι να αναζητήσουν λύσεις και συναινέσεις για την αναδιάταξη της εφοδιαστικής τους αλυσίδας, ώστε από τη μια να πειρορίσουν το πλήγμα στις εξαγωγές και από την άλλη να αποσοβήσουν τον αντίκτυπο της αύξησης του κόστους των εισαγωγών στον πληθωρισμό.
Έτσι, ενώ για πολλά προβλήματα η λύση μπορεί να δοθεί σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής, ταυτόχρονα αυτό εγκυμονεί κινδύνους, καθώς ο πληθωρισμός είναι σε βιώσιμα πτωτικό μονοπάτι, αλλά ένα γενικευμένο ντόμινο αυξήσεων τιμών στις εισαγωγές θα μπορούσε να τον αναζωπυρώσει. Ταυτόχρονα, θα χρεαστεί να βρεθούν λύσεις αντιστάθμισης κόστους εξαγωγών, ώστε να μετριαστεί το κόστος στις εταιρίες και να αποφευχθεί κύμα απολύσεων.
Μπιλιάρδο με τις εφοδιαστικές αλυσίδες
Επιπλέον, ασιατικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, αντιμετωπίζουν δασμούς έως και 50%, κάτι που αυξάνει την πιθανότητα ανακατεύθυνσης των παγκόσμιων εμπορικών ροών και ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην Ευρώπη.
Οι επενδυτές υιοθετούν την άποψη ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη θα αποδειχθεί χαμηλότερος, με έναν δείκτη προσδοκιών για τον επόμενο χρόνο να υποχωρεί στο περίπου 1,5% — το χαμηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο και μειωμένο από το 2% περίπου πριν από έναν μήνα. Αναμένουν επίσης περαιτέρω χαλάρωση τόσο από τη Fed όσο και από την Τράπεζα της Αγγλίας, ως αποτέλεσμα των δασμών.
Τα πρόσφατα στοιχεία από την ευρωζώνη ενισχύουν το σενάριο για περαιτέρω μειώσεις. Ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,2% τον Μάρτιο, ενώ ο κρίσιμος δείκτης για τον τομέα των υπηρεσιών έπεσε στο 3,4% — ενισχύοντας την πεποίθηση ότι η χαμηλότερη αύξηση των μισθών θα μειώσει τις εσωτερικές πληθωριστικές πιέσεις.
Η εξίσωση με τις αμυντικές δαπάνες
Ωστόσο, η ΕΚΤ πρέπει επίσης να αξιολογήσει την επίδραση της απόφασης της Γερμανίας να διαθέσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ τα επόμενα χρόνια για έργα υποδομής και άμυνας. Τα σχέδια αυτά έχουν ενισχύσει τις προβλέψεις για ανάπτυξη της μεγαλύτερης οικονομίας της περιοχής και απέτρεψαν την ΕΚΤ από το να στείλει μήνυμα περαιτέρω χαλάρωσης στην τελευταία συνεδρίαση του Μαρτίου.
Ο αναλυτής της Danske Bank, Πιέτ Κρίστιανσεν, προβλέπει μείωση στις 17 Απριλίου, επισημαίνοντας ότι η επικοινωνία για τα επόμενα βήματα θα είναι κρίσιμη. Τον Ιούνιο, οι αξιωματούχοι θα έχουν νέες οικονομικές προβολές που θα μπορούσαν να ενσωματώσουν τις επιπτώσεις των δασμών και των αυξημένων δημοσίων δαπανών.
Η ΕΚΤ «έχει την πολυτέλεια να περιμένει περισσότερα δεδομένα και τις νέες προβλέψεις του προσωπικού για να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στην κατεύθυνση των επιτοκίων», δήλωσε.
Μετά από έξι κινήσεις από τον περασμένο Ιούνιο, το κόστος δανεισμού βρίσκεται πλέον σε επίπεδο που έχει μικρότερη επιβάρυνση στην οικονομία της ευρωζώνης. Τελικά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορεί να χρειαστεί να συζητήσουν τη μετάβαση σε επιτόκια που όχι μόνο δεν επιβαρύνουν, αλλά και ενισχύουν την ανάπτυξη, σύμφωνα με την οικονομολόγο της PGIM, Κάθριν Νάις.
«Οι συνδυασμένες επιπτώσεις της ανακοίνωσης για τους δασμούς μας δίνουν μεγαλύτερη πεποίθηση ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να μειώνει τα επιτόκια, οδηγώντας τα περαιτέρω σε ουδέτερη ζώνη», δήλωσε. «Το ερώτημα είναι αν και πότε η συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο θα στραφεί από την ουδετερότητα προς την ανάγκη περαιτέρω στήριξης της οικονομίας μέσω χαλαρής πολιτικής».