Αντιμέτωπη με μια αναμενόμενη κρίση στα ελληνοτουρκικά βρίσκεται η ελληνική κυβένηση, καθώς η διενέργεια ερευνών για την πόντιση υποθαλάσσιου καλωδίου ανοιχτά της Κάσου, άπτεται και διεθνών υδάτων, σε περιοχή όμως που καλύπτεται από την ΑΟΖ Ελλάδας – Αιγύπτου, την οποία η Τουρκία όμως εντάσει στην υφαλοκρηπίδα της, με έγγραφο στον ΟΗΕ από το 2020.
Οι εξελίξεις στην περιοχή καταδεικνύουν σενάριο ελεγχόμενης κλιμάκωσης, με ανάπτυξη πολεμικών πλοίων στην περιοχή, περιορίζοντας έτσι τις επιλογές αποκλιμάκωσης. Την κατάσταση περιπλέκει -ή και διασώζει- η διενέργεια των ερευνών από ιταλικό πλοίο, καθώς επιτρέπει σε εξωγενείς παράγοντες να προσδιορίσουν επωμιστούν το κόστος της έγκαιρης αποκλιμάκωσης.
Σε νομικό επίπεδο, η διαφορά, εστιάζεται σε περιοχή 0,5 ναυτικών μιλίων, εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων. Αυτή η περιοχή, για την Ελλάδα, καλύπτεται από την ανακήρυξη της ελληνο-αιγυπτιακής ΑΟΖ. Για την Τουρκία καλύπτεπται από το τουρκολιβυικό Μνημόνιο, είτε αποτελεί αμφισβητούμενη περιοχή που εμπίπτει σε διεθνή ύδατα μέχρι την επίλυση της διαφοράς. Η έκδοση NAVTEX από την Ελλάδα, μέσω του σταθμού του Ηρακλείου, είναι νόμιμη και δεν αμφισβητείται στη βάση της, αυτό που αμφισβητεί η Άγκυρα είναι η δυνατότητα της Ελλάδας να διενεργεί έρευνες στον βυθό της συγκεκριμένης περιοχής.
Σε διπλωματικό επίπεδο, η απόφαση της Ελλάδας για έρευνες στη συγκεκριμένη περιοχή, τη δεδομένη χρονική στιγμή, προσφέρει στην Τουρκία μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για κινητοποίηση, προβολή ισχύος σε διμερές επίπεδο και τη δυνατότητα να στρέψει τους προβολείς, διεθνώς στην Ελλάδα, κατηγορώντας την κυβέρνηση για μονομερείς ενέργειες που παραβιάζουν το γράμμα και πνεύμα της διακήρυξης των Αθηνών. Η ελληνική κυβέρνηση, φαίνεται ότι προσπαθεί εκ των υστέρων να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία για συσπείρωση και αποπροσανατολισμό στο εσωτερικό. Η προσπάθεια του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας να χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό αποκλιμάκωσης στο πλαίσιο του NATO προκειμένου να καταδείξει τη διακηρυγμένη πρόθεση για μη-στρατιωτική επίλυση των εντάσεων, αποδεικνύεται ατελέσφορη.
SitRep: Συγκέντρωση πολεμικών πλοίων
Μέχρι και αργά χθες το βράδυ το πλοίο «Ievoli Relume» (διεξάγει έρευνες για την ηλεκτρική διασύνδεση GSI για την οποία Αθήνα και Λευκωσία έχουν αποκλίνουσες απόψεις) έμενε στην περιοχή, ευρύτερα της οποίας είχαν αναπτυχθεί μέχρι και πέντε τουρκικά πολεμικά πλοία, με την παράλληλη παρουσία και ελληνικών.
Βάσει προγραμματισμού το ιταλικό ερευνητικό ολοκληρώνει τις εργασίες του σήμερα στις 9 μ.μ., οπότε και θα φανεί αν τελικά θα περιοριστεί στην αιγιαλίτιδα ζώνη ή αν θα εκπληρώσει τον σχεδιασμό για έρευνα και σε περιοχή 0,5 ναυτικών μιλίων που καλύπτεται από την ΑΟΖ Ελλάδας – Αιγύπτου και ταυτόχρονα από το τουρκολιβυικό Μνημόνιο.
Από νωρίς το πρωί ενεργοποιήθηκαν όλοι οι απαραίτητοι διπλωματικοί δίαυλοι προκειμένου το ζήτημα να μη λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις. Μάλιστα, χθες το πρωί διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι η ανάπτυξη πλοίων του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στην περιοχή, σε συνέχεια πλεύσης του ερευνητικού πλοίου σε διεθνή ύδατα, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και ελληνικών πολεμικών πλοίων. Και πρόσθεταν ότι «λαμβάνουν χώρα οι δέουσες συνεννοήσεις ενόψει ολοκλήρωσης της έρευνας βάσει του υφιστάμενου προγραμματισμού».
Ειδικότερα, στην περιοχή έχουν συγκεντρωθεί πέντε τουρκικά πολεμικά σκάφη και αντίστοιχος αριθμός ελληνικών, σε απόσταση επιτήρησης. Καλά πληροφορημένες πηγές, ανέφεραν ότι δεν έχει υπάρξει ένταση ή κίνδυνος επεισοδίου ανάμεσα στα ελληνικά και τα τουρκικά πολεμικά πλοία. Οι ίδιες πηγές σημείωναν ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού διαλόγου έμειναν ανοιχτοί και μέσα από αυτούς έγιναν οι σχετικές συνεννοήσεις.
Προσδοκία της Αθήνας, πρόσθεταν, είναι ότι το αμέσως επόμενο διάστημα το πλοίο θα συνεχίσει την έρευνά του και θα την ολοκληρώσει βάσει προγραμματισμού. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το «Ievoli Relume» θα ολοκληρώσει τις εργασίες του σήμερα στις 9 το βράδυ, όπως υποδηλώνει και η τελευταία NAVTEX (718/24) του σταθμού Ηρακλείου της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού.
Συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν
Η διαχείριση αυτής της κατάστασης νοτίως Κάσου και Καρπάθου με λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς, πέραν των άλλων, αντικατοπτρίζει τη γενικότερη βούληση της Αθήνας να μη διαταραχθούν τα «ήρεμα νερά» μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου, όταν είναι προγραμματισμένη η επόμενη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και αναμένεται να γίνουν οι δύσκολες συζητήσεις για τη συνέχιση των ελληνοτουρκικών επαφών το επόμενο χρονικό διάστημα.
Πολιτικό κλίμα
Η Τουρκία έχει αποφύγει τις ηχηρές πολιτικές δηλώσεις επί του συγκεκριμένου θέματος, είχε όμως ηχηρή παρέμβαση για το Κυπριακό, όπου τόσο η παρουσία του Ταγίπ Ερντογάν, όσο και οι δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων για το ζήτημα προκάλεσαν αντίδραση της Αθήνας.
Σε άρθρο στο Anadolu, η Άγκυρα κατηγορεί την Αθήνα για έλλειψη στρατηγικού οράματος στο Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά, απαντώντας στις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ημέρα μνήμης της τουρκικής εισβολής.
Είχαν προηγηθεί οι δηλώσεις Δένδια, η σκληρή απάντηση του τουρικού ΥΠΕΞ, η απάντηση του ελληνικού υπουργείου Άμυνας, η υποβάθμιση τους από την ελληνική κυβέρνηση και έμμεση ανάκληση του Έλληνα υπουργού Άμυνας στην τάξη από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο και τον υπουργό Εξωτερικών.
Για το σκηνικό της Καρπάθου, ο Παύλος Μαρινάκης ανέφερε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ ότι «η κυβέρνηση απαντάει συνολικά στο θέμα αυτό, λέγοντας ξεκάθαρα ότι επιδιώκει τη διατήρηση του κλίματος διαλόγου και είμαστε αισιόδοξοι σ’ αυτό».
Πρόσθεσε, βέβαια, ότι «διάλογος δεν σημαίνει συμφωνία και δεν σημαίνει αφέλεια» και διευκρίνισε ότι «στο τραπέζι δεν μπαίνουν ζητήματα εσωτερικής πολιτικής, εσωτερικής κυριαρχίας, ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων, πολιτική όπως είναι οι εκμεταλλεύσεις στα δικά μας χωρικά ύδατα».
Σενάρια διεξόδου
Με δεδομόμενο ότι αντίδραση της Τουρκίας εδράζεται στην κατατεθειμένη στον ΟΗΕ επιστολή της 18ης Μαρτίου 2020, με την οποία υποστηρίζει πως η θαλάσσια περιοχή νότια, ανατολικά και νοτιοδυτικά της Κάσου βρίσκεται εντός των ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και άρα αποτελεί τμήμα του τουρκολιβυικού Μνημονίου, τα σενάρια εκτόνωσης διαμορφώνονται ως εξής:
- Η Τουρκίανα αποδεχθεί την Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία η οποία ακυρώνει το Τουρκολυβικό Μνημόνιο και να μην αντιδράσει στις έρευνες του Ievoli Relume στο σημείο αυτό το οποίο βρίσκεται εκτος ελληνικών χωρικών υδάτων αλλα εντός της Ελληνικής ΑΟΖ.
- Το ιταλικό πλοίομε εντολή της εταιρίας να τροποποιήσει το πρόγραμμα ερευνών του και να σταματήσει στα ελληνικά χωρικά ύδατα χωρις να προχωρήσει στην επίμαχη περιοχή.
- Η ιταλική εταιρία που διαχειρίζεται το ιταλικό σκάφος να σπεύσει να ζητήσει και από τις Τουρκικές Αρχέςάδεια -γνωστοποίηση των εργασιών του στην συγκεκριμένη περιοχή της ελληνικής ΑΟΖ, ώστε να αποφύγει τυχόν παρενόχληση από τα τουρκικά Πολεμικά Πλοία.
Το πρώτο σενάριο αποκλείεται λόγω της νομικής σημασίας της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και του τουρκολιβυικού Μνημονίου και των επιπλκών που θα είχε για τον Ταγίπ Ερντογάν η αποδοχή τετελεσμένων.Το δεύτερο σενάριο είναι το λιγότερο επιβλαβές, παρέχει στην Ελλάδα τη δυνατότητα εξόδου από την κρίση, χωρίς να υπαναχωρήσει η κυβέρνηση, αλλά με τη με απόφαση εξωγενούς ιδιωτικού παράγοντα. Το τρίτο, θα δημιουργήσει τετελεσμένα -όπως άλλωστε και το αρχικό- και ως εκ τούτου, “καίγεται”
Σύμφωνα με το Protothema.gr τις προηγούμενες ημέρες το ιταλικό πλοίο TELIRI, προκειμένου να ολοκληρώσει τις εργασίες πόντισης τηλεπικοινωνιακού καλωδίου στην Ανατολική Μεσόγειο, απευθύνθηκε όχι μόνο στις Αρχές της Ελλάδας και της Κύπρου για την έκδοση NAVTEX και την δέσμευση των περιοχών αλλά προκειμένου να μην υπάρξουν παρενοχλήσεις από την Τουρκία, απέστειλε αίτημα και προς τον Σταθμό της Αττάλειας. Ο οποίος εξέδωσε NAVTEX για περιοχές που αφορούν την Ελληνικη και Κυπριακή υφαλοκρηπίδα σε μια προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων.