Η Moody’s έπραξε τα αναμενόμενα: αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδα κατά δύο βαθμίδες, κατεβάζοντας τις προοπτικές -πλέον- σε σταθερές, τοποθετώντας πλέον την πιστοληπτική ικανότητα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Τη διπλή αναβάθμιση της Ελλάδας από Ba3 σε Ba1 ανακοίνωσε η Moody’s λίγο πριν τα μεσάνυχτα την Παρασκευή, σηματοδοτώντας όμως ότι στη δική της θεώρηση, η επενδυτική βαθμίδα θα αργήσει ακόμη να έρθει, καθώς κατέβασε τις προοπτικές σε σταθερές. Οι αποφάσεις της Moody’s ήταν αναμενόμενες και είχαν προεξοφληθεί από τις αγορές, οι οποίες ωστόσο έχουν υποτιμήσει τους κινδύνους που καταδεικνύει η έκθεση τόσο σε εσωτερικό επίπεδο, όσο και σε γεωπολιτικό.
Ο οίκος διατηρούσε την Ελλάδα τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, και με την κίνηση αυτή ευθυγραμμίζεται με τις Fitch και S&P που έχουν αναβαθμίσει τη χώρα σε επίπεδα ΒΒ+, μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας αξιολογεί την Ελλάδα η DBRS (ΒΒΒ low), ακολουθώντας τις Scope και R&I, που ωστόσο δεν αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ. Για να καταστούν τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα από την ΕΚΤ απαιτείται αξιολόγηση IG τουλάχιστον από δύο αναγνωρισμένους οίκους. Στόχος για την ελληνική κυβέρνηση είναι η αναβάθμιση από τη Standard & Poors στις 20 Οκτωβρίου, η οποία στις 21 Απριλίου αναβάθμισε τις προοπτικές σε “θετικές” από “σταθερές”, ανοίγοντας την πόρτα για την επόμενη κίνηση.
Σύμφωνα με το αιτιολογικό της Moody’s. η αναβάθμιση κατά δυο βαθμίδες αντανακλά την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία, τα δημόσια οικονομικά, οι θεσμοί και το τραπεζικό σύστημα βρίσκονται ενώπιον σημαντικών δομικών αλλαγών που θα στηρίξουν μια συνεχιζόμενη σημαντική βελτίωση στο αξιόχρεο και την ανθεκτικότητα σε μελλοντικά σοκ.
Ο οίκος, παρατηρεί αντιστροφή μεταρρυθμίσεων τα τελευταία χρόνια, διακρίνει δημοσιονομικές προκλήσεις για το δημογραφικό και ανησυχεί για επιδείνωση του risk profile της Ευρώπη, με τη συμμετοχή του NATO.
Πολιτική σταθερότητα
Ειδικότερα, η κυβερνητική πλειοψηφία μετά τις εκλογές του Ιουνίου παρέχει έναν υψηλό βαθμό πολιτικής σταθερότητας τα επόμενα τέσσερα χρόνια, στηρίζοντας τη συνεχιζόμενη υλοποίηση ολοκληρωμένων μεταρρυθμίσεων και τον σχεδιασμό νέων, κάτι που ενισχύει την προσδοκία της Moody’s για περαιτέρω οικονομική και δημοσιονομική ενίσχυση.
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν αυτές τις ανοδικές τάσεις έναντι των δομικών προβλημάτων, που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ περισσότερο από τις τρέχουσες εκτιμήσεις της Moody’s, μεταξύ των οποίων οι σχετικά χαμηλές -αν και αυξανόμενες- επενδύσεις, το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το υψηλό βάρος του χρέους και πρόσθετες οικονομικές και δημοσιονομικές προκλήσεις από τη γήρανση του πληθυσμού και την κλιματική αλλαγή.
Όπερ σημαίνει, ότι ο οίκος συστήνει στην κυβέρνηση επιμονή στις μεταρρυθμίσεις, νέες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, προάσπιση της προόδου στον τραπεζικό τομέα, καθώς και δημοσιονομική εξισορρόπηση, στην προσεχή τετραετία. Ήτοι, εντοπίζει ότι έχουν υπάρξει υπαναχωρήσεις από μνημονιακές κατακτήσεις και ότι οι προοπτικές είναι μεν σταθερές αλλά τα περιθώρια ιδιαίτερα στενά.
Η οικονομία
Η Ελλάδα εμφανίζει ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές στο πλαίσιο βιώσιμων αλλαγών στο οικονομικό της μοντέλο. Η Moody’s προβλέπει μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,2% από το 2023 έως το 2027. Πρόκειται για πολύ σημαντική βελτίωση σε σχέση με τη μέση ανάπτυξη 0,8% ετησίως στην πενταετία πριν την πανδημία.
Οι επενδύσεις και η κατανάλωση θα αποτελέσουν τους δυο πυλώνες ανάπτυξης, με μικρή αύξηση της συμβολής από τις καθαρές εξαγωγές.
Την επόμενη τετραετία, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις θα στηριχθούν από κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Με βάση την πρόοδο στις εκταμιεύσεις και τις ελληνικές επενδύσεις η Moodys αναμένει ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα παράσχει σημαντική στήριξη στις αναπτυξιακές προοπτικές.
Επιπλέον, ο οίκος αναμένει ότι θα συνεχιστεί η θετική ροή άμεσων ξένων επενδύσεων, με βάση τις καλύτερες οικονομικές προοπτικές, τις συνεχιζόμενες αποκρατικοποιήσεις και τις περαιτέρω δομικές μεταρρυθμίσεις. Ολα τα ανωτέρω θα βοηθήσουν την άνοδο των επενδύσεων περίπου στο 18% του ΑΕΠ έως το 2027, από 13,7% το 2022.
Οι ισχυρές επενδύσεις θα συμβάλλουν στη διατήρηση του υψηλού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Η Moody’s αναμένει ότι θα παραμείνει σε επίπεδα 5-7% του ΑΕΠ έως το 2027, έναντι 9,7% το 2022.
Τα δημοσιονομικά
Η Moody’s αναμένει ότι η κυβέρνηση θα διατηρήσει μια δημοσιονομική στάση που θα ενισχύσει το ιστορικό συνεχούς υλοποίησης οικονομικών και δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Οι θεσμικές αλλαγές που έχουν υλοποιηθεί, μεταξύ των οποίων η δημιουργία της ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και το νέο πτωχευτικό πλαίσιο έχουν θετική επίπτωση στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, την φορολογική συμμόρφωση και το γενικότερο επιχειρηματικό κλίμα.
Ο οίκος αναμένει περαιτέρω πρόοδο τα επόμενα χρόνια. Τομείς με μεγάλη συσχέτιση με το πιστωτικό προφίλ της χώρας είναι η ενίσχυση της αποδοτικότητας της δικαιοσύνης, η περαιτέρω βελτίωση στη φορολογική συμμόρφωση, τα φορολογικά κίνητρα για αύξηση των επενδύσεων, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και μέτρα στήριξης των πράσινων υποδομών.
Μείωση του χρέους
Ο οίκος αναμένει πλέον ακόμη ταχύτερη μείωση του χρέους γενικής κυβέρνησης, που αναμένεται να υποχωρήσει κοντά στο 150% ακόμη και του χρόνου, αν και παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με άλλες χώρες. Αυτό είναι αποτέλεσμα της ισχυρότερης αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ σε σχέση με προηγούμενες προβλέψεις, και μόνο σταδική μείωση του πληθωρισμού, κάτι που θα οδηγήσει σε αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 5% ετησίως έως το 2027, έναντι μόλις 0,7% στην πενταετία πριν την πανδημία.
Η μείωση του χρέους αντανακλά και την ισχυρή δέσμευση της κυβέρνησης να υλοποιεί συνετή δημοσιονομική πολιτική, οδηγώντας σε αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα. Ο οίκος αναμένει ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 1-2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια.
Βελτιωμένη η υγεία του τραπεζικού τομέα
Οι δείκτες για την ποιότητα του ενεργητικού, την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών συνεχίζουν να βελτιώνονται, πλησιάζοντας πιο κοντά στον μέσο όρο της ευρωζώνης και της ΕΕ. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) έχουν μειωθεί τόσο ως ποσό όσο και ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων και είναι πλέον ελαφρώς κάτω από το 5% σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA), έναντι 30% το 2020.
Ενώ η επίλυση των NPLs παραμένει πρόκληση, η Moody’s αναμένει επιτάχυνση με βάση το νέο νόμο περί αφερεγγυότητας. Το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) θα ακολουθήσει τη στρατηγική αποεπένδυσής του που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2023 και δεδομένων των ισχυρών αποτιμήσεων και του ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές, οι προοπτικές για πώληση κρατικών μεριδίων μέχρι το τέλος του 2025 είναι καλές.
Γιατί σταθερές οι προοπτικές
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν βαθιές διαρθρωτικές βελτιώσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν ισχυρότερες πιστωτικές μετρήσεις από ό,τι αναμένει επί του παρόντος η Moody’s, έναντι προκλήσεων που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι υποθέτει ο οίκος.
Από την θετική πλευρά, η λαϊκή και πολιτική συναίνεση γύρω από τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν τη λειτουργία των αγορών εργασίας και προϊόντων στην Ελλάδα και αποφέρουν δημοσιονομικά πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να αποφέρει πιο θετικά αποτελέσματα από ό,τι εκτιμά επί του παρόντος η Moody’s.
Από την άλλη πλευρά, το σημαντικό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ότι οι επενδυτικές ανάγκες της οικονομίας έχουν αυξηθεί ταχύτερα από την αποταμιευτική της ικανότητα. Με την πάροδο του χρόνου, εάν διατηρηθεί αυτή η εικόνα, θα μπορούσε να συμβάλει σε συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις που θα υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Επιπλέον, δεδομένου του μεγέθους και της σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι επιρρεπής σε εξωτερικούς κραδασμούς και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα με τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης θα απαιτήσουν χρόνο.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στη δυνητική ανάπτυξη από τη γήρανση του πληθυσμού μέσω των χαμηλότερων εισφορών από την εργασία, αν και δεν είναι κάτι που καταγράφεται μόνο στην Ελλάδα, είναι σημαντικός. Τούτου λεχθέντος, η χώρα έχει δυνατότητες κάλυψης της διαφοράς όσον αφορά τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό γυναικών και ατόμων ηλικίας 60 ετών και άνω, ενώ οι βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές σε συνδυασμό με φορολογικά κίνητρα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην προσέλκυση Ελλήνων υπηκόων υψηλής ειδίκευσης που μετανάστευσαν κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση
Η συνέχιση των οικονομικών πολιτικών και η δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση, σε συνδυασμό με την επιτυχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που απομένουν, ιδίως στο δικαστικό σύστημα, οδηγώντας σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε εξωτερικούς κραδασμούς, γρηγορότερη από την αναμενόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής ισχύος και αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα υποστήριζε υψηλότερη εκτίμηση.
Επιπλέον, μια πιο γρήγορη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας που συμβάλλει στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας θα ήταν πιστωτική θετική. Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, μειώνοντας τη μεταβλητότητα της κερδοφορίας και φέρνοντας τους δείκτες ποιότητας και κεφαλαιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων πιο κοντά στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση
Μια αντιστροφή της πορείας της πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια ή οι ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν δίνουν την ώθηση στην ανάπτυξη και στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς που αναμένεται επί του παρόντος, επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις επενδύσεις θα ασκούσε πτωτική πίεση στην αξιολόγηση. Ειδικότερα, οι ενδείξεις ότι είναι πιθανή μια διαρκής, ουσιώδης επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, πιθανώς σε συνδυασμό με απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσαν αρνητική ενέργεια αξιολόγησης.
Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πιθανότατα θα οδηγήσει σε καθοδική πίεση στην αξιολόγηση.