Να εγκλωβιστεί σε φαύλο κύκλο αλληλεπικαλυπτόμενων εντάσεων κινδυνεύει η ελληνική κυβέρνηση, καθώς επιμένει στη στρατηγική επικάλυψης ενεργών πολιτικών μετώπων. Η καταφυγή στην πολιτική και κοινωνική πόλωση ως πανάκεια για τη διαχείριση του απορρέοντος πολιτικού κόστους και την προστασία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, πειρορίζει προοπτικά τη δυνατότητα ελιγμών σε κρίσιμα ζητήματα.
- Τα εθνικά θέματα τρέχουν
- Η οικονομία παραπαίει
- Οι πρόωρες εκλογές είναι ορατές,
- το αποτέλεσμα αβέβαιο
- Το ρίσκο ανεβαίνει
Παράλληλα, η ενεργοποίηση των συντηρητικών αντανακλαστικών αποδυναμώνει ερείσματα που διαθέτει εκτός του συντηρητικού κορμού της Νέας Δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έτσι, οι δημοσκοπικές νίκες απέναντι στην αντιπολίτευση και τις κοινωνικές αντιδράσεις, αποδεικνύονται πύρειες, εξαιτίας του σημαντικού κόστους που θα κληθεί να πληρώσει στο πλαίσιο της αναδιατάξεης των εσωκομματικών ισορροπιών. Παράλληλα, η απήχηση του Κυριάκου Μητσοτάκη περιορίζεται φασματικά. Ταυτόχρονα, ενισχύονται οι εξαρτήσεις από πολιτικές και επιχειρηματικές κάστες. Έτσι, αποδυναμώνεται η δυνατότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να επιδιώξει φιλόδοξες μεταρρυμίσεις. Όπερ σημαίνει ότι μειώνεται η πολιτική του χρησιμότητα,
Με λιγότερα κεφάλαια, αποδυναμωμένο γεωοικονομικό αποτύπωμα, σε περίοδο τεκτονικών γεωπολιτικών ανακατάξεων και ενόψει ακόμα μεγαλύτερων πολιτικών αλλαγών σε ΕΕ και Ανατολική Μεσόγειο, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει χρόνο για χάσιμο.
Κοινωνικές εκρήξεις
Το ενδεχόμενο κοινωνικής έκρηξης επ αφορμής της υπόθεσης Κοφοντίνα, θα μπορούσε να συσπειρώσει την Δεξιά πολυκατοικία, ταυτόχρονα όμως θα αποδυνάμωνε την πολιτική απήχηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όπερ σημαίνει ότι η δυνατότητα της κυβέρνησης να πείσει για τη δυνατότητά της να προωθήσει μεταρρυθμίσεις θα περιορίζονταν ακόμα περισσότερο. Ταυτόχρονα, η δυναμική αναδιάταξης των πολιτικών ισορροπιών θα επιταχύνονταν και οι λομπίστες θα ήταν αναγκασμένοι να αντισταθμίσουν τους κινδύνους τους.
Υπ αυτό το πρίσμα, το ενδεχόμενο προκήρυξης πρόωρων εκλογών θα ήταν ορατό. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας κίνησης όμως καθίσταται βαθμιαία πιο αβέβαιο. Ήδη, mainstream media, όπως το Βήμα και η Καθημερινή έχουν αντιπαρατεθεί με την κυβέρνηση σε αρκετά ζητήματα. Ο διευθυντής του Βήματος, Αντώνης Καρακούσης με παρέμβασή του στο Twitter εγκαλεί την κυβέρνηση για πολιτική αναποτελεσματικότητα και κάνει λόγο για ρηξη στη σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία. Αντιστοίχως και ο διευθυντής της Καθημερινής, Αλέξης Παπαχελάς είχε με άρθρα του επισημάνει τους κινδύνους από την πολιτική πολυγλωσσία απέναντι στην Τουρκία και την έλλειψη ολοκληρωμένης στρατηγικής για την οικοδόμηση μετώπου.
Οι διαμάχες των media με την κυβέρνηση μπορεί να αποδεικνύονται παροδικές και αρκετές φορές να ακολουθούνται από εκδηλώσεις “αγάπης”, τα ζητήματα όμως που αναδεικνύονται είναι πραγματικά. Το στίγμα πολλές φορές μένει. Είναι διαφορετικό άλλωστε οι διαμάχες να εκδηλώνονται με δημοσιεύματα και διαφορετικό με άρθρα γνώμης και δημόσιες παρεμβάσεις.
Στενεύουν τα περιθώρια
Το άγχος μετάβασης από την “κρίση Λιγνάδη” στην “κρίση Κουφοντίνα” είναι προφανές. Την ίδια στιγμή όμως, η κυβέρνηση φαίνεται να ακολουθεί το ρυθμό της Τουρκίας στα εθνικά θέματα. Στα εξοπλιστικά η κυβέρνηση παραμένει εγκλωβισμένη στην παγίδα του Χομπς, ενώ ταυτόχρονα οι διερευνητικές δεν προχωρούν. Η προοπτική επιβολής περαιτέρω κυρώσεων στην Τουρκία από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν είναι ρεαλιστική και οι ισορροπίες στη Μέση Ανατολή και την ανατολική Μεσόγειο μεταβάλλονται άρδην.
Το “μπάζωμα” της επικαιρότητας είναι και θα συνεχίσει να είναι δυνατό, εξαιτίας της μεγάλης επιρροής της κυβέρνησης στα media, όσο η κρίση εντείνεται η επιβίωση των media εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από κρατική χρηματοδότηση. Η ένταση με την οποία η κυβέρνηση ασκεί την επιρροή της στα media είναι ευθέως ανάλογη με τον κίνδυνο στον οποίο βρίσκεται.
Καίει πολιτικό κεφάλαιο ο Μητσοτάκης
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο καλείται να ενεργήσει η ελληνική κυβέρνηση επιδεινώνεται διαρκώς. Το πολιτικό κεφάλαιο του Κυριάκου Μητσοτάκη αναλώνεται και η ανακεφαλαιοποίηση, ιδιαίτερα στο εξωτερικό αποδεικνύεται πρόκληση.
Ανεξαρτήτως της δυνατότητας της ελληνικής κυβέρνησης να επιβάλλει ρυθμό και ατζέντα στην επικαιρότητα στην Ελλάδα, οι διεθνείς υποχρεώσεις πιέζουν. Στα διεθνή φόρα οι παρελκυστικές τακτικές υπονομεύουν την αξιοπιστία και αποδυναμώνουν συμμαχίες. Η ραγδαία αναδιάταξη ισορροπιών σε διεθνή κλίμακα παρέχει παράθυρο ευκαιρίας. Τέτοιες αλλαγές έχουν συχνά εκτροχιάσει πολιτικές.
Στη Μέση Ανατολή, οι ΗΠΑ επαναπροσεγγίζουν το Ιράν, τραβούν το χαλινάρι στη Σαουδική Αραβία και επιχειρούν να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους με την Τουρκία. Η Ελλάδα, ήδη έχει χάσει τον βηματισμό της, καθώς στέλνει πυραύλους για τον πόλεμο της Υεμένης, ενώ έχει χάσει διπλωματικά και πολιτικά ερείσματα στην Τεχεράνη.
Πολιτικά, υπάρχουν βέβαια ακόμα χαρτιά που η κυβέρνηση μπορεί να παίξει, δεδομένου ότι διατηρεί ρευστότητα από το “μαξιλάρι”, όπως ανακοίνωσε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος.
Καθυστερούν τα ευρωπαϊκά κεφάλαια
Τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης που αρχικά επρόκειτο να ξεκινήσουν να ρέουν τον Μάιο είναι πλέον πιθανό να καθυσερήσουν περαιτέρω. Ακόμα και όταν ξεκινήσει η αποδέσμευση κεφαλαίων, η ικανότητα απορρόφησης που έχει η Ελλάδα δεν υπερβαίνει τα 5 με 6 δισ. ετησίως. Που σημαίνει ότι ακόμα και εμπροσθοβαρώς, το 2021 δύσκολα θα μπορέσει να αντλήσει πάνω από 4 δισ.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, δεν είναι τυχαίο που η Ιταλία, η οποία έχει τη μερίδα του λέοντος στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, στρέφεται στον ESM. Ο ESM διαθέτει έτοιμα προγράμματα και χρηματοδότηση. Η ελληνική κυβέρνηση απορρίπτει την προοπτική αυτή -για την ώρα-, το ζήτημα όμως αναπόφευκτα θα τεθεί επί τάπητος.