Κινητικότητα σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο ανέπτυξε η ελληνική κυβέρνηση πριν τη Διάσκεψη του Βερολίνου, επιχειρώντας να εμπεδώσει σε όσο το δυνατόν περισσότερα από τα συμμετέχοντα μέρη τις ελληνικέ θέσεις και κυρίως τις κόκκινες γραμμές, έτσι ώστε να ανασχέσει την προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλλει τη δική της ατζέντα και να υποβαθμίσει τις ελληνικές ενστάσεις και ανησυχίες.
Παράλληλα, βέβαια, η ελληνική κυβέρνηση ανέδειξε με κάθε τρόπο και στο εσωτερικό τις κινήσεις της στη διπλωματική σκακιέρα, ενόψει της Διάσκεψης, θέλοντας έτσι να αντισταθμίσει το πολιτικό κόστος που προκάλεσε ο αποκλεισμός της από τις διαδικασίες και η τουρκική προκλητικότητα, που φαίνεται εν πολλοίς αναπάντητη.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται η επίσκεψη του Χαλίφα Χαφτάρ στην Αθήνα, οι διαρροές για την περικοπή της προενταξιακής χρηματοδότησης της Τουρκίας, οι επικοινωνίες του Έλληνα πρωθυπουργού και υπουργού Εξωτερικών με ομολόγους τους και οι δηλώσεις κατά της τουρκικής προκλητικότητας από Ευρωπαίους εκπροσώπους. Επίσης, όπως είχε από καιρό καταγγείλει η Τουρκία, η Ελλάδα προσπαθούσε και όπως φαίνεται πέτυχε την ανακατεύθυνση του γαλλικού αεροπλανοφόρου Σαρλ ντε Γκωλ στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου-Μέσης Ανατολής, κίνηση που στόχο έχει να μετριάσει την τουρκική προκλητικότητα και τους νέους σχεδιασμούς.
Μετά την επίσκεψη του Χαλίφα Χαφτάρ στην Αθήνα, όπου είχε διαδοχικές συναντήσεις με τους Νίκο Δένδια και Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και την επικοινωνία του τελευταίου με την Αγκελα Μέρκελ, ο πρωθυπουργός επικοινώνησε σήμερα τηλεφωνικά, τόσο με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, όσο και με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Όπως αναφέρει η “Καθημερινή”, επικαλούμενη κυβερνητικές πηγές, και στις δύο συνομιλίες επιβεβαιώθηκε η υπεράσπιση του πλαισίου συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και η έκφραση των θέσεων της Ελλάδας δια των εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Διάσκεψη.
Την ίδια ώρα, ο υπουργός Εξωτερικών είχε επαφές με τους ομολόγους του της Γαλλίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που επίσης θα συμμετάσχουν στην αυριανή Σύνοδο.
Ωστόσο, εντύπωση προκαλεί η απουσία ελληνικών παρεμβάσεων στον διεθνή Τύπο, με άρθρα του πρωθυπουργού και συνεντεύξεις του υπουργού Εξωτερικών, γεγονός που καταδεικνύει την απροθυμία του Μαξίμου να ανεβάσει διεθνώς τους τόνους απέναντι στην Τουρκία. Αντιθέτως, η υπερτροφοδοσία στα ελληνικά media δείχνει ότι αντικειμενικός στόχος είναι η εικόνα στο εσωτερικό.
Αν και από την κυβέρνηση γίνεται σαφής προσπάθεια να διαχωριστεί η ρητορική που υιοθετείται στο εσωτερικό, από τη διπλωματική προσέγγιση που εφαρμόζει διεθνώς, εν τούτοις κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο, καθώς η ένταση με την Τουρκία, προσέγγιση με τον Χάφταρ και η διάρρηξη των σχέσεων με την GNA του Σάρατζ, έχουν προσδιορίσει το ελληνικό στίγμα στην εμφύλια σύρραξη της Λιβύης και ως εκ τούτου έχουν αφαιρέσει το τεκμήριο της ουδετερότητας.
Συνεπώς, η εκδήλωση ενδιαφέροντος για την πρωτοβουλία αποστολής παρατηρητών για την τήρηση της εκεχειρίας στη Λιβύη, θεωρείται δύσκολο έως απίθανο να γίνει δεκτή, ιδιαίτερα από την πλευρά Σάρατζ αλλά και από τους εταίρους στην ΕΕ και τη Ρωσια, δεδομένου, ότι όπως έχει επισημάνει το Crisis Monitor θα μπορούσε να οδηγήσει σε proxy war με την Τουρκία.