Μετά από έναν καταιγισμό δημοσιευμάτων του διεθνούς Τύπου για το προφίλ των υποψηφίων πρωθυπουργών της Ελλάδας, τον απολογισμό και των πεπραγμένων τους και τη διαφορετική εικόνα που έχουν γι’ αυτούς οι Έλληνες και οι Ευρωπαίοι, αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι επιδιώξεις είναι εντελώς διαφορετικές, είτε γιατί οι Έλληνες δεν θέλουν να αντιληφθούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούν οι κυβερνήσεις, είτε γιατί οι ηγέτες τους επιλέγουν να τους “χρυσώνουν το χάπι”.
Έτσι, μεταξύ των διθυραμβικών σχολίων για το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα από Γερμανούς πολιτικούς, τα υπαινικτικά δημοσιεύματα των βορειοευρωπαϊκών media, τα αποστασιοποιημένα-οικονομοκεντρικά των αμερικανικών και τα εμπαθή-πολωτικά των ελληνικών, ένα άρθρο ξεχωρίζει, κι αυτό, όχι γιατί αναφέρει ή αποκαλύπτει κάτι άγνωστο, αλλά γιατί τονίζει ακριβώς αυτή τη δυσαρμονία των προσδοκιών του κομματικού ακροατηρίου και των ψηφοφόρων, έναντι των μεταρρυθμίσεων και της προοπτικής που απαιτεί η Ευρώπη.
Το συγκεκριμένο άρθρο, έχει αυξημένη βαρύτητα καθώς δεν προέρχεται από τους γεωπολιτικά ταγμένους New York Times, το προοδευτικό Atlantic, την Corriere de la Serra, αλλά από τον δογματικά φιλελεύθερο Economist, που διοργάνωσε τις φιέστες προβολής του προγράμματος του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ελλάδα, θέση που προβάλει και το politico, καταδεικνύοντας ομοθυμία στα ευρωπαϊκά πολιτικά σαλόνια, την οποία δεν μπορεί να αγνοήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, το δημοσίευμα με τίτλο “Οικογενειακά προβλήματα”, στέλνει σαφή μηνύματα στον, εν δυνάμει ή εν αναμονή πρωθυπουργό της Ελλάδας, καθιστώντας σαφές ότι θέλει να τα βρει με την ευρωπαϊκή ελίτ, θα αναγκαστεί να “σπάσει αυγά” και να συγκρουστεί με την πολιτική του οικογένεια. Τον καλεί με άλλα λόγια, να αλλάξει πολιτική, να απομακρυνθεί από τους δογματισμούς κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, να εγκαταλείψει τον κοινωνικό συντηρητισμό, όπου φέρνει ως παράδειγμα την μη-ψήφιση της υιοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, ενώ του συνιστά, να χρησιμοποιήσει το πολιτικό κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει με τις νίκες στις περιφερειακές εκλογές και την διαφαινόμενη επικράτησή του στις εθνικές.
Στην κατακλείδα του άρθρου, αναφερόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Καρλομάγνος του Economist γράφει
Η επιτυχία του ή όχι θα εξαρτηθεί από την προθυμία του να τα βάλει με μέρη του κατεστημένου (old Greece) και των κεκτημένα συμφέροντά τους, να έρθει αντιμέτωπος, με άλλα λόγια, με μέλη (elements) της δικής του πολιτικής οικογένειας. Αρνήθηκε να το κάνει στη μάχη για την αλλαγή της ονομασίας της πΓΔΜ. Ομοίως, έχει αντιταχθεί στην επέκταση των δικαιωμάτων υιοθεσίας στα ομοφυλόφιλα ζευγάρια ή στην αναγνώριση του ομοφυλοφιλικού γάμου. Οι υποστηρικτές του ισχυρίζονται ότι αυτό ήταν απαραίτητο για να αποτρέψει την υποστήριξη από την παρασυρόμενη προς την άκρα δεξιά. Οι δικαιολογίες αυτές είναι ιδιοτελείς selfserving) και, σε κάθε περίπτωση, δεν δικαιολογούν την κωδικοποίηση της βάσης ως πρωθυπουργού. Ο κ. Μιτσοτάκης μπορεί να κερδίσει πλειοψηφία αυτό το Σαββατοκύριακο. Το κόμμα του ελέγχει ήδη 12 από τις 13 περιφερειακές κυβερνήσεις της Ελλάδας. Θα έχει αρκετό πολιτικό κεφάλαιο και θα πρέπει να το χρησιμοποιήσει.
Οι οικογενειακές συγκρούσεις μπορεί να είναι άσχημες. Ο Έλληνας θεός Κρόνος ευνούχισε τον πατέρα του και, φοβούμενος ότι θα η μοίρα θα του επιφύλασσε ανάλογη τύχη, κατάπιε πέντε από τα παιδιά του, τα οποία στη συνέχεια ξέρασε. Μερικές φορές, όμως, είναι επίσης απαραίτητες. Ο κ. Μιτσοτάκης θα χρειαστεί να επιλέξει τέτοιες συγκρούσεις, αν θέλει να σπρώξει την Ελλάδα μπροστά. Το αν θα επιμείνει, μένει να αποδειχθεί (remains to be seen). ◼
Το δημοσίευμα του Economist, βέβαια, δεν απέχει πολύ από αυτό του Politico που χαρακτηρίζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη Trojan Trump, Δούρειο Τραμπ, θέλοντας να επισημάνει ότι έχει έντονα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά κι’ ότι θέσεις και στάσεις που υιοθέτησε για να αναρριχηθεί στην εξουσία είναι ξένες στην Ευρώπη και ως εκ τούτου είτε θα τις αλλάξει, είτε θα χάσει.
Το άρθρο του politico, μεταξύ άλλων αναφέρει
Σε μια χώρα που πλήττεται από λιτότητα και φτώχεια, η διαφαινόμενη νίκη του Μιτσοτάκη στις εκλογές την Κυριακή έχει παρουσιαστεί ευρέως ως η επιστροφή στην κανονικότητα για την ελληνική πολιτική, μετά από μια δεκαετία πολιτικής και οικονομικής αναταραχής μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Αλλά, πίσω τον Κυριάκο Μητσοτάκη εμφανίζεται μια διαφορετική εικόνα. Ο ηγέτης της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να είναι μετριοπαθής κεντρώος. το υπόλοιπο κόμμα του όμως, κάθε τι παρά αυτό. Αν οι Έλληνες ψηφοφόροι απορρίψουν τον «ροζοσπαστικά αριστερό» ΣΥΡΙΖΑ του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, και προτιμήσουν τον Μητσοτάκη – σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- στην ουσία απλά θα αντικαταστήσουν τους λαϊκιστές με… λαϊκιστές.
Ακόμη κι όταν ο Τσίπρας κινήθηκε προς το κέντρο, η Νέα Δημοκρατία στράφηκε δεξιότερα. Ο Μιτσωτάκης έχει γίνει το αποδεκτό πρόσωπο ενός κόμματος που περιέχει σκληροπυρηνικούς δεξιούς, τα οποία, εξάλλου, έχουν ενθαρρυνθεί από την παγκόσμια επιτυχία άνοδο της Δεξιάς- από την Ουγγαρία έως τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πράγματι, ο Μητσοτάκης οφείλει την εκλογή του στην ηγεσία στη σκληρή δεξιά φράξια της Νέας Δημοκρατίας – υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού και αρχηγού του κόμματος Αντώνη Σαμαρά και του Αντώνη Γεωργιάδη, αντιπροέδρου και πρώην υπουργού υγείας στην κυβέρνηση Σαμαρά.