Μπροστά σε νέα δεδομένα βρίσκεται πλέον ο ΟΠΕΚ καθώς, με την εξαίρεση του Ιράν, η συμφωνία του καρτέλ να περικόψει την παραγωγή του κατά 1,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, αντανακλά τις ισχυρές πιέσεις που ασκεί στις τιμές η διαφοροποίηση του status των ΗΠΑ, οι οποίες μετά από 75 χρόνια επανέρχονται στην αγορά ως εξαγωγός χώρα.
Η απομόνωση του Ιράν και η επαναφορά των κυρώσεων, καθώς και η μείωση της παραγωγής από Λιβύη, λόγω της αστάθειας, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά, αλλά όχι μακροπρόθεσμα και διατηρήσιμα.
Έτσι, ο ΟΠΕΚ είναι αναγκασμένος να αναλάβει πρωτοβουλίες, τόσο εσωτερικά αλλά και με την εμπέδωση της συνεργασίας με παραγωγούς, όπως η Ρωσία, έτσι ώστε να μειωθεί ο ανταγωνισμός και να μην ανατραπεί το status quo στην αγορά.
Επίσης, ιδιαίτερα σημαντικό, είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν σταδιακά περιορίσει την εξάρτησή τους από τον ΟΠΕΚ, αρχής γενομένης από το 2000, ενώ αυξήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τραμπ, αφενός λόγω της επιτάχυνσης της ανάπτυξης και αφετέρου λόγω της πολιτικής σύσφιξης εμπορικών δεσμών με τη Σαουδική Αραβία.
Αξίζει, πάντως να σημειωθεί, ότι οι ΗΠΑ το 2017 εισήγαγαν μόλις 3,000 βαρέλια πετρελαϊκών προϊόντων ημερησίως, έναντι 5,000 βαρελιών το 2000, συνιστώντας μείωση των εισαγωγών κατά 35%.
Οι αρνητικές επιπτώσεις, όμως, των εμπορικών και γεωπολιτικών εντάσεων που τροφοδοτούνται από τον αναθεωρητισμό της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ ασκούν πολύπλευρες πιέσεις, επηρεάζοντας:
- αρνητικά τον ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας και συνεπώς τις προβλέψεις για τη ζήτηση πετρελαίου
- αυξάνουν τη συνολική προσφερόμενη ποσότητα πετρελαίου
- ενισχύουν τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή
- οδηγούν σε αποσύνθεση οργανισμούς όπως ο ΟΠΕΚ και πριμοδοτούν φυγόκεντρες τάσεις στην ΕΕ, αυξάνοντας τις μεταβλητές στη διαδικασία υπολογισμού επιπτώσεων