Στο επίκεντρο επανέρχεται το ζήτημα της ομαλοποίησης των σχέσεων Σερβίας-Κοσόβου, καθώς οι τελευταίες εξελίξεις οδηγούν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, προδίδοντας αδυναμία της ΕΕ να διαμορφώσει ασφαλές πλαίσιο και αποκαλύπτοντας την παράλληλη και παρασκηνιακή δράση άλλων δυνάμεων, οι οποίες, ωστόσο, δεν είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού.
Το Βερολίνο που είχε εξ αρχής εκφράσει διαφωνίες επί τη διαφαινόμενης συμφωνίας ανταλλαγής εδαφώς που θα οδηγούσε σε αναδιάταξη συνόρων στην περιοχή, εμφανίζεται τώρα πιο διαλλακτικό, ενώ επικρίνει τόσο το Βελιγράδι για την παρεμπόδιση της εισόδου του Κοσόβου στην Interpol, όσο και την Πρίστινα για την επιβολή δασμών 100% στα προϊόντα από τη Σερβία και τη Βοσνία, καθώς η πρακτική αυτή αντίκειται στη CEFTA.
Ωστόσο, μετά την πρόσφατη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης είναι πλέον αμφίβολο αν η προσπάθεια αναθέρμανσης στην οποία φαίνεται ότι πρωταγωνιστεί η Γερμανία θα μπορέσει να φέρει αποτελέσματα.
Από την άλλη πλευρά η επιδείνωση των σχέσεων στην περιοχή, στην οποία έχει ρόλο η Ρωσία, η ΕΕ και κινείται έντονα και η Τουρκία, είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και δημιουργεί φόβους περαιτέρω αποσταθεροποίησης.Τέλος
«Είναι αυτονόητο ότι, για την ενταξιακή διαδικασία των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι αυτά τα κράτη να έχουν ομαλές σχέσεις με τους γείτονές τους. Αυτό το γνωρίζουν όλες οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων»,
δήλωσε ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Ράινερ Μπρόιλ, διαψεύδοντας ότι η Σερβία και το Κόσοβο είχαν υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις οι οποίες απορρίφθηκαν εξαιτίας του Βερολίνου. «Δεν κατατέθηκε κάποια συγκεκριμένη πρόταση η οποία να απορρίφθηκε λόγω γερμανικών επιφυλάξεων. Υπήρξαν πολλές ιδέες και επίσης πολλές φωνές που από την αρχή απέρριψαν αυτές τις ιδέες.
Έχουμε καταστήσει σαφείς τις επιφυλάξεις μας και τη θέση μας για αυτή την πρόταση. Δεν ισχύει όμως ότι απορρίφθηκαν συγκεκριμένες ιδέες», πρόσθεσε, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ επέμεινε στην πάγια θέση της Καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ ότι «η εδαφική ακεραιότητα των κρατών των δυτικών Βαλκανίων – όχι μόνο της Σερβίας και του Κοσόβου, αλλά συνολικά των κρατών της περιοχής – από την σκοπιά της κυβέρνησης έχει τεράστια σημασία».
Ο κ. Ζάιμπερτ επανέλαβε και από την πλευρά της Καγκελαρίας ότι
«η πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου αποτελεί κεντρικό κομμάτι των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Σερβίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση» και απηύθυνε έκκληση και προς τις δύο πλευρές «να αποφύγουν την κλιμάκωση» της έντασης και «να επιστρέψουν σύντομα στον διάλογο προκειμένου να συζητήσουν τα εκκρεμή εμπορικά ζητήματα και κυρίως να συνεχίσουν τις συνομιλίες προκειμένου να φθάσουν στην πλήρη εξομάλυνση των σχέσεών τους υπό την αιγίδα της ΕΕ».
Η εξομάλυνση των σχέσεων, συνέχισε ο κ. Ζάιμπερτ, πρέπει να γίνει κατά τρόπο αμοιβαία αποδεκτό, βιώσιμο και διαρκή. «Στηρίζουμε για αυτό απόλυτα τις προσπάθειες της ΕΕ», τόνισε και, αναφερόμενος στα γεγονότα των τελευταίων ημερών, επέκρινε την απόφαση του Βελιγραδίου να μην επιτρέψει την συμμετοχή του Κοσόβου στην Interpol, αλλά και την επιβολή δασμών 100% από την πλευρά του Κοσόβου στα σερβικά προϊόντα, η οποία, όπως επισήμανε, έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου της ΕΕ (CEFTA).
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στο Κόσοβο επικρατεί και αίσθηση απογοήτευσης από την ΕΕ, καθώς η Γερμανία και η Γαλλία φαίνεται ότι θα καθυστερήσουν για μετά τις Ευρωεκλγοές την απελευθέρωση της visa, τα κριτήρια για την οποία έχει επιτύχει το Κόσοβο και το έχει πιστοποιήσει η Κομισιόν.