Ευάλωτη σε εξωτερικές αντιξοότητες και εσωτερικές αναταρράξεις φαίνεται ότι είναι η ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς η ανάπτυξη υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα της τελεταίας 4ετίας, ενώ το QE παραμένει ανοιχτό και τα επιτόκια μηδενικά, αποδεικνύοντας ότι οι πρωτοβουλίες της ΕΚΤ δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την έλλειψη πολιτικοής βούλησης και τις συγκρούσεις, που υποσκάπτουν τη δυναμική της ανάπτυξης.
Αν και οι αναλυτές αποδίδουν την ανάσχεση του ρυθμού ανάπτυξης σε τεχνικό-οικονομικούς παράγοντες, η δημοσιοποίηση αντιθέσεων και η κλιμάκωση αντιπαραθέσεων στον πυρήνα της Ευρωζώνης και σε εμπορικό επίπεδο με τις ΗΠΑ, είναι οι βασικές αιτίες που προκαλούν ανασφάλεια και περιορίζουν την κατανάλωση και τις αποδυναμώνουν τις προσδοκίες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, το AΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε με ρυθμούς μόλις 0,2% το διάστημα Ιουλίου- Σεπτεμβρίου σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Πρόκειται για αισθητή επιβράδυνση σε σχέση με τους ρυθμούς 0,4% το διάστημα Απριλίου- Ιουνίου.
Ξεχωριστή έρευνα έδειξε ότι η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε 0,3% τον Σεπτέμβριο- στη δεύτερη πτώση της μέσα σε τρεις μήνες, με τις ισχυρότερες πιέσεις να καταγράφονται στους κλάδους ενέργειας και καταναλωτικών αγαθών.
Νωρίτερα είχε δώσει μία πρόγευση των αρνητικών επιδόσεων η γερμανική στατιστική υπηρεσία. Το ΑΕΠ της Γερμανίας συρρικνώθηκε το τρίτο τρίμηνο κατά 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο, για πρώτη φορά από το πρώτο τρίμηνο του 2015.
Σε ετήσια βάση το γερμανικό ΑΕΠ αναπτύχθηκε 1,1% και το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε 1,7%, ύστερα από ρυθμούς ανάπτυξης 2,2% το δεύτερο τρίμηνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ίδιο διάστημα η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε 0,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 3% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Η επιβράδυνση στις 19 οικονομίες του ευρώ είναι πιο απότομη από ό,τι προέβλεπαν οι αναλυτές. Αν η αρνητική επίδοση του τρίτου τριμήνου δεν αποδειχθεί συγκυριακή, θα μπορούσε να αναγκάσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε ακόμη πιο αργά βήματα στην επιστροφή της σε ομαλή νομισματική πολιτική. Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα τερματιστεί στα τέλη του έτους, αλλά οι πρώτες αυξήσεις επιτοκίων που έχουν προγραμματιστεί για λίγο μετά τα μέσα του 2019 ενδεχομένως να πάνε ακόμη πιο πίσω.
Σε κάθε περίπτωση τα στοιχεία της Eurostat για ΑΕΠ και βιομηχανική παραγωγή έρχονται να επιβεβαιώσουν τις έρευνες των τελευταίων μηνών που έδειχνα ότι ο μεταποιητικός κλάδος αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Είναι δε τα πιο αδύναμα από τις αρχές του 2014 και επομένως δεν μπορούν να αγνοηθούν σε καμία περίπτωση από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, όταν συνεδριάσει στις 13 Δεκεμβρίου.
Δεν αποκλείεται η κεντρική τράπεζα να αναθεωρήσει επί τα χείρω τις προβλέψεις της για τους ρυθμούς ανάπτυξης του 2019. Μεγάλο ερωτηματικό παραμένει τόσο η εξέλιξη της εμπορικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ όσο και η έκβαση στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Στο πρώτο μέτωπο εξακολουθεί να υπάρχει ο φόβος για δασμούς 25% στην αυτοκινητοβιομηχανία, που θα οδηγούσαν σε μείωση των εξαγωγών προς την αμερικανική αγορά κατά τουλάχιστον 50%. Στο δεύτερο μέτωπο ένα no deal θα είχε ηχηρό αντίκτυπο. Ωστόσο οι ειδικοί προσδιορίζουν τις πιθανότητές τους στο 20%. Το μεγάλο αγκάθι είναι βεβαίως οι εσωτερικές αντιδράσεις, που έχει να αντιμετωπίσει η Τερέζα Μέι.