Μηνύματα στην Ιταλία έστειλαν η Κομισιόν, το ΔΝΤ και η Γερμανία προειδοποιώντας για τις επιπλοκές της διόγκωσης του χρέους και του ελλείμματος και επισημαίνοντας την προβληματική χρονική συγκυρία, εγείροντας εμμέσως και ασαφώς -ακόμα- θέμα Μνημονίου.
Πρώτα ο επικεφαλής Ευρώπης του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν σε συνέντευξη Τύπου διαμήνυσε ότι η Ρώμη πρέπει να σεβαστεί τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε. με τον προϋπολογισμό του 2019 και να βελτιώσει τα δημόσια οικονομικά της, εάν θέλει να δημιουργήσει το περιθώριο για να χαλαρώσει τη δημοσιονομική της πολιτική κατά την επόμενη οικονομική επιβράδυνση.
«Συνεχίζουμε να προβλέπουμε σχετικά ισχυρή ανάπτυξη στην Ιταλία τον επόμενο χρόνο. Δεν είναι αυτή η εποχή για να χαλαρώσουμε τη δημοσιονομική πολιτική, είναι η εποχή για να έχουμε κάποια δημοσιονομική διαρθρωτική προσαρμογή»,
δήλωσε στην ετήσια συνεδρίαση του ΔΝΤ στο Μπαλί.
«Μια δημοσιονομική χαλάρωση αυτού του μεγέθους… δεν είναι σωστή. Η αντίδραση της αγοράς υπήρξε αρκετά μη ευνοϊκή και αυτό αποτυπώνει το σημείο που αφορά τον δημοσιονομικό χώρο»,
πρόσθεσε.
Η Ιταλία έχει δει τις τελευταίες ημέρες το κόστος δανεισμού της να σκαρφαλώνει σε υψηλά 4,5 ετών, μετά την παρουσίαση του προϋπολογισμού, που προβλέπει έλλειμμα 2,4% του ΑΕΠ για το 2019, έναντι προηγούμενου στόχου για έλλειμμα 0,8%.
Το σχέδιο της ιταλικής κυβέρνησης, που υποστηρίζει ότι θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη μειώνοντας έτσι το χρέος (είναι στο 130% του ΑΕΠ), δεν πείθει τις αγορές. Επιπλέον το τελευταίο διάστημα έχουν επανέλθει στο προσκήνιο ανησυχίες για την υγεία του τραπεζικού συστήματος της χώρας.
Υπό τις συνθήκες αυτές υπήρξαν σενάρια για στήριξη από την ΕΚΤ. Το Reuters επικαλούμενο πέντε ανώτερες πηγές με γνώση των προθέσεων της κεντρικής τράπεζας, ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Οι πηγές ανέφεραν στο πρακτορείο ότι η Ιταλία εξακολουθεί να έχει το περιθώριο να αποφύγει μία κρίση χρέους, εάν η κυβέρνησή της αλλάξει ρότα. Αλλά, διαμηνύουν δεν θα πρέπει να περιμένει από την ΕΚΤ να καθησυχάσει τους επενδυτές ή να στηρίξει τις τράπεζές της.
«Οι κανόνες της Ε.Ε. δεν επιτρέπουν στην ΕΚΤ να βοηθήσει μία χώρα, παρά μόνο εάν αυτή συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα στήριξης» εξηγούν. Η όποια παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς, τονίζουν, όχι μόνο θα κατέφερε καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία της κεντρικής τράπεζας, αλλά και θα υπονόμευε την αποδοχή της νομισματικής ένωσης από τους πολίτες σε χώρες- πιστωτές, όπως η Γερμανία. «Πρόκειται για ένα τεστ, που θα δείξει εάν η Ευρώπη και οι μηχανισμοί της λειτουργούν»
σχολίασε μία εκ των πηγών.
Οι πηγές σημείωσαν επίσης ότι ένα από τα «αγκάθια» στην περίπτωση της Ιταλίας είναι η σύνδεση δημόσιου χρέους και τραπεζικού συστήματος. Οι ιταλικές τράπεζες έχουν στους ισολογισμούς τους ιταλικά κρατικά ομόλογα ύψους 375 δισ. ευρώ.
Στο ζήτημα αναφέρθηκε και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς, επισημαίνοντας με νόημα ότι:
«Εάν είναι να δώσει κάποιος συμβουλή στην Ιταλία, είναι να προσέχει τι κάνει»,
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, υπογράμμισε ότι
«παραμένει βασικής σημασίας η διαφανής εφαρμογή, με συνοχή, του πλαισίου οικονομικής και φορολογικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μεγάλο διάστημα και για τις διάφορες χώρες -μέλη».
Από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομίας της Ιταλίας, Τζοβάνι Τρία, εξέφρασε από το νησί της Ινδονησίας την
«πρόθεση να συνεχιστεί ένας εποικοδομητικός διάλογος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους άλλους εταίρους της Ευρωζώνης».