Σε θέατρο της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης NATO-Ρωσίας εξελίσσεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, καθώς η διαδικασία απονομής του Αυτοκέφαλου στην Εκκλησία της Ουκρανίας από τη Ρωσία και η αίτηση για αυτονόμηση της Εκκλησίας της πΓΔΜ από τη Σερβία, είναι κινήσεις που επισφραγίζουν την αλλαγή των γεωπολιτικών ισορροπιών στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη.
Έτσι, μετά τη σύγκρουση και οιονεί σχίσμα με τη Ρωσική Εκκλησία, επ αφορμής της απόφασης για την έκδοση του Τόμου για την ανακήρυξη της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας, ωριμάζει η αντιπαράθεση με την Εκκλησία της Σερβίας, καθώς Αυτοκεφαλία και μάλιστα με το όνομα “Εκκλησία των Αχρίδων” έχει αιτηθεί και η Εκκλησία της Μακεδονίας (σσ πΓΔΜ).
Οι κινήσεις αυτές, κάθε άλλο παρά διαδικαστικές είναι, ενώ ο χρονισμός, η ταχύτητα που υλοποιούνται και το γεωγραφικό εύρος που καλύπτουν οι αλλαγές αυτές είναι ενδεικτικά του μεγέθους και της κρισιμότητα του ρόλου του Πατριαρχείου στην εμπέδωση των νέων γεωπολιτικών συσχετισμών.
Με δεδομένο ότι οι πληθυσμοί σε πΓΔΜ και Ουκρανία είναι βαθιά θρησκευόμενοι, ότι η Εκκλησία στις χώρες αυτές αποτελεί θεσμό και όργανο άσκησης πολιτικής επιρροής και διπλωματικό άρμα, η αποδέσμευση των Εκλησιών της Ουκρανίας και της πΓΔΜ από τη Ρωσία και τη Σερβία επιδρά βαθιά στην πολιτική και κοινωνική διάρθρωση των χωρών αυτών, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Οι Εκκλησίες της Σερβίας και της Ρωσίας είναι αυτοκέφαλες, διαθέτουν όμως ιδιαίτερα στενές σχέσεις, ενώ η ρωσική, έχει προσπαθήσει να διαμορφώσει σφαίρα επιρροής στην κορυφή της πολιτικής στην πΓΔΜ, βραβεύοντας τον πρόεδρο της χώρας, Γκιόργκι Ιβάνοφ, κατά την περίοδο της μεγάλης έντασης για τον σχηματισμό κυβέρνησης στα Σκόπια.
Συνεπώς, δημιουργείται η ισχυρή ένδειξη της ταύτισης συμφερόντων, εκτός από τις ad hoc συνεργασίες, προϊδεάζοντας για τη δημιουργία μετώπου αμφισβήτησης του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, μετά και την επικείμενη απόφαση έκδοσης του Τόμου για την διακήρυξη της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της πΓΔΜ.
Γεωπολιτικά, Ουκρανία και πΓΔΜ έχουν εξέλθει από τη σφαίρα επιρροής του Κρεμλίνου και έχουν ήδη προσανατολιστεί στην πραγμάτωση της Ευρωατλαντικής προοπτικής, δυναμική στην οποία αντιδρά η Ρωσία σε όλα τα επίπεδα, καθώς χάνει έδαφος, περιορίζεται ο διεθνής της ρόλος και νιώθει να “πνίγεται” από το NATO.
Τούτων δοθέντων, μόνο τυχαίες δεν οι δηλώσεις του πατριάρχη Βαρθολομαίου, υποδεχόμενος στο Φανάρι, τον Μητροπολίτη Πατρών Χρυσόστομο.
Όπως τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης
«σε διάφορες φάσεις της ιστορίας, διαχρονικώς, όπως μαρτυρούν τα έγγραφα που έχουμε εις τα πατριαρχικά αρχεία, ζητούσαν (οι Ουκρανοί) την απεξάρτησή τους από την Εκκλησία της Ρωσίας».
Ενώ συνεχίζοντας διευκρινίζει
«Ακόμα και η σημερινή Ιεραρχία της Ουκρανικής Εκκλησίας και ο Μητροπολίτης Ονούφριος, που είναι ο Μητροπολίτης Κιέβου, Πρόεδρος της τοπικής Ιεράς Συνόδου της Ουκρανίας, με την υπογραφή τους, μόλις έγινε ανεξάρτητο Κράτος η Ουκρανία, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ζήτησαν την ανεξαρτητοποίησίν των, την αποκοπήν τους από την Εκκλησίαν της Ρωσίας, δηλαδή την αυτοκεφαλία»,
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το σκέλος των δηλώσεων που αποκαλύπτει μεγάλη πίεση από τη Μόσχα έναντι συγκεκριμένων παραγόντων, που έχει ως αποτέλεσμα κάποιοι να αλλάζουν στάση, ξεκαθαρίζοντας ότι οι υπογραφές έχουν μπει και ότι η πορεία έχει χαραχθεί:
«τώρα υφίστανται προφανώς μία μεγάλη πίεσιν από την Μόσχα και μερικοί κάνουν πίσω αλλά scripta manent. Οι υπογραφές τους υπάρχουν. Και είμαι βέβαιος ότι όταν το Πατριαρχείο μας προχωρήσει στην έκδοση του Τόμου της Αυτοκεφαλίας όλοι θα ενταχθούν στην νέα Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της πατρίδας των».