Αδύνατο αποδεικνύεται να ξεφύγει η Τουρκία από την οικονομική δίνη στην οποία έχει βυθιστεί, καθώς ενώ ακόμα δεν έχει καταγραφεί ο αντίκτυπος του εμπορικού πολέμου και της πολιτικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, τα στοιχεία για την κατάσταση της οικονομίας επιβεβαιώνουν τη ραγδαία επιδείνωση της κατάσταση, από τον Αύγουστο.
Με την Κεντρική Τράπεζα της χώρας να τελεί, πρακτικά, υπό περιορισμό, καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν έχει πλέον -μετά τις εκλογές- υπερεξουσίες και αντιτάσσεται σθεναρά στις αυξήσεις επιτοκίων, η εμπιστοσύνη των επενδυτών απέναντι στην τουρκική οικονομία έχει πληγεί ανεπανόρθωτα.
Παρά τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών -και γαμπρού του Ταγίπ Ερντογάν- Μπεράτ Αλμπαιράκ, που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας
«Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας είναι ενδεχομένως πιο ανεξάρτητη από αυτές άλλων χωρών»
σήμερα, λίγο μετά τις 10:00 π.μ., το τουρκικό νόμισμα υποχωρεί κατά περίπου 2,7% στις 6,74 λίρες ανά δολάριο.
Η Κεντρική Τράπεζα, επιχειρεί να δείξει αποφασισμένη, επισημαίνοντας ότι είναι έτοιμη να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να στηρίξει τη σταθερότητα των τιμών,
«Οι κίνδυνοι για τη σταθερότητα των τιμών έχουν αυξηθεί. Θα προσαρμόσουμε κατάλληλα την πολιτική μας στην επικείμενη συνεδρίαση της 13ης Σεπτεμβρίου»
αναφέρει σε ανακοίνωσή της.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, που δόθηκαν στη δημοσιότητα τον Αύγουστο οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν 2,3% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ έκαναν άλμα 17,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Στο 17,9% ο πληθωρισμός δεν υπεβαίνει απλώς τις προβλέψεις, αλλά κινείται στα υψηλότερα επίπεδα από τα τέλη του 2003.
Ακόμη και ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρουμένων δηλαδή των ευμετάβλητων τομέων τροφίμων και ενέργειας) σκαρφάλωσε στο 17,22%. Όσο για τις τιμές παραγωγού αυξήθηκαν 6,6% σε μηνιαία και 32,13% σε ετήσια βάση.
Σε τροχιά συρρίκνωσης παρέμεινε τον Αύγουστο, για πέμπτο διαδοχικό μήνα, ο μεταποιητικός κλάδος. Η έρευνα της Markit έδειξε μάλιστα βαθύτερη ύφεση σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες, με τον δείκτη PMI να υποχωρεί στις 46,4 από 49 μονάδες τον Ιούλιο.
Επιβράδυνση παρουσίασαν τόσο οι νέες παραγγελίες όσο και η παραγωγή, με την Markit να σημειώνει ότι η υποτίμηση της λίρας κατά περίπου 40% φέτος καθιστά εξαιρετικά δύσκολες τις συνθήκες επιβίωσης για τις μεταποιητικές βιομηχανίες, καθώς εκτινάσσει στα ύψη τις τιμές των εισαγόμενων πρώτων υλών. Αυτό το μαρτυρούν άλλωστε και τα προαναφερθέντα στοιχεία για τις τιμές παραγωγού.