Την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του ΟΤΕ ΟΤΕ σε ΒΒ+ από ΒΒ ανακοίνωσε ο αμερικανικός οίκος S&P, διατηρώντας παράλληλα τις προοπτικές θετικές, προβλέποντας όμως ισχυρή ανάπτυξη και αναγνωρίζοντας τις προσπάθειες της διοίκησης να καταστήσει τη μετοχή πιο ελκυστική με τον υπερδιπλασιαμό μερισμάτων και το πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών.
Στη σχετική ανακοίνωση του οίκου επισημαίνεται ότι η απόφαση αντανακλά την ευρύτερη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών της χώρας και των επιχειρήσεών τους, μετά και τα βήματα, που έχουν γίνει για τη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίου.
Οι αναλυτές του οίκου αναμένουν ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2% έως 2,5% μέσα στην επόμενη διετία, αλλά και μείωση της ανεργίας κάτω από το 20%.
Η αναβάθμιση ακολουθεί την ανοδική αναθεώρηση του αξιόχρεου της Ελλάδας, που συνδέεται με τα μέτρα που οι αρχές έχουν λάβει για να διευκολύνουν (αν και δεν καταργούν πλήρως) τα capital controls και για τη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και της προβλεψιμότητας των πολιτικών. Καθώς ο ΟΤΕ παράγει πάνω από το 70% των εσόδων του και πάνω από το 80% του EBITDA στην Ελλάδα, αυτό επηρεάζει ουσιαστικά την εκτίμηση του επιχειρηματικού κινδύνου και της αυτόνομης πιστωτικής ποιότητας. Σύμφωνα με την έκθεση, η βελτίωση των οικονομικών προοπτικών, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης για αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2% -2,5% κατά τα επόμενα δύο χρόνια και η προβλεπόμενη μείωση της ανεργίας σε λιγότερο από 20% έως το 2019 (21,5% το 2017) στην ελληνική αγορά.
Για τον ΟΤΕ αυτό σημαίνει ότι οι πελάτες μπορούν να δαπανήσουν περισσότερα στην κινητή τηλεφωνία, να αναβαθμίσουν τις ευρυζωνικές συνδέσεις σε οπτικές ίνες και τα προϊόντα συνδρομητικής τηλεόρασης. Ταυτόχρονα, η ελάφρυνση των ελέγχων κεφαλαίου θα πρέπει να απλουστεύσει τη διαδικασία μεταφοράς μετρητών για πληρωμές εκτός Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων των μεταβιβάσεων μετρητών για την εξυπηρέτηση του χρέους, γεγονός που βελτιώνει τη συνολική μας εικόνα της πιστωτικής ποιότητας του ΟΤΕ. Το ενδυναμωτικό οικονομικό περιβάλλον έχει ήδη επισημάνει την πρόσφατη απόδοση του ΟΤΕ στην Ελλάδα. (4,1%, 8,9% και 4,5% σε ετήσια βάση το α ‘τρίμηνο του 2018), με αποτέλεσμα την οργανική ανάπτυξη σταθερών εσόδων λιανικής και κινητής τηλεφωνίας (εξαιρουμένης της επίδρασης των ΔΠΧΠ 15).
Η πρόσφατη επιτυχής έκδοσή του ύψους 400 εκατ. ευρώ εξασφαλίζει ρευστότητα (€ 766 εκατ. σε μετρητά και βραχυπρόθεσμες επενδύσεις από 31 Μαρτίου 2018) και θα πρέπει να βελτιώσει την ικανότητά του να αντιμετωπίσει αναχρηματοδοτήσει τα ομόλογα που λήγουν (637 εκατ. Ευρώ μέχρι το τέλος του 2019), ακόμα και υπό το αντίξοο (distress) σενάριο εθνικής χρεοκοπίας. Η S&P θεωρεί επίσης ότι ο σταθερός ισολογισμός του ΟΤΕ και η γενικώς ανθεκτική παραγωγή ελεύθερων ταμειακών ροών – που παρατηρήθηκε κατά την κρίση του χρέους κατά την περίοδο 2011-2012 – θα προστατεύσουν την εταιρία σε ένα σενάριο χρεοκοπίας της χώρας. Ως εκ τούτου, η S&P αξιολογεί τον ΟΤΕ τρεις βαθμίδες πάνω από την Ελλάδα.
Η αξιολόγησή για το πιστωτικό προφίλ του ΟΤΕ (SACP) υποστηρίζεται από τις κορυφαίες θέσεις στην αγορά υπηρεσιών κινητής και σταθερής τηλεφωνίας στην Ελλάδα (51% έσοδα από κινητές υπηρεσίες και 47% μερίδιο αγοράς ευρυζωνικών συνδρομητών το πρώτο τρίμηνο του 2018, σύμφωνα με τον ΟΤΕ). σταθερά προσαρμοσμένα περιθώρια EBITDA περίπου 35%. και ένα συντηρητικό ισολογισμό με τον λόγο χρέους EBITDA περίπου 1,5 φορά. Η εκτίμησή μας περιορίζεται κάπως από τη σχετικά χαμηλή ταμειακή ροή προς προβλέψεις χρέους στο 15% περίπου το 2018, αντανακλώντας τις σημαντικές επενδύσεις της σε δίκτυα νέας γενιάς και την άποψη της μεταβλητότητας της ταμειακής ροής ως δυνητικά υψηλότερη από ό, τι για τους ομοτίμους λόγω της έκθεσης του ΟΤΕ ανάκαμψη, αν και ακόμη αδύναμη, της οικονομίας στην Ελλάδα. Αναμένουμε επίσης ότι ο ΟΤΕ ενδέχεται να χαλαρώσει τη συντηρητική του οικονομική πολιτική όσον αφορά τα μερίσματα, τη ρευστότητα και τη μόχλευση μεσοπρόθεσμα, σε μακροοικονομικό και πολιτικό περιβάλλον συνεχίζει να βελτιώνεται.
Η S&P πιστεύει ότι η απόφαση του ΟΤΕ στις αρχές του 2018 να υιοθετήσει μια πολιτική bonus μετόχων που να στοχεύει στην απόδοση των ελεύθερων ταμειακών ροών του ομίλου, ήταν ένα πρώτο βήμα. Η πολιτική οδήγησε τον ΟΤΕ να υπερδιπλασιάσει την πληρωμή μερισμάτων για το 2017 έναντι του 2016 και επιπλέον να εισαγάγει πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών ύψους 90 εκατ. ευρώ για το 2018.