Τη οδό της επεισοδιακής εξόδου επέλεξε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νίκος Σακελλαρίου, καθώς παραιτήθηκε έναν μήνα πριν τη λήξη της θητείας του και ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται υποθέσεις μείζονος πολιτικής και οικονομικής σημασίας.
Ο κ. Σακελαρίου στην τρισέλιδη επιστολή παραίτησής του που διάβασε σε συνέντευξη Τύπου περιέγραψε τις επιπτώσεις του Μνημονίου στο Κράτος Δικαίου, συνδέοντας την επικράτηση του οικονομικού με την απαξίωση του πολιτικού και του θεσμικού. Η επεισοδιακή έξοδος που ο ίδιος επέλεξε, όμως, αποτελεί ίσως το σαφέστερο μήνυμα της κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει και της προσπάθειάς του να διευκολύνει τις πολιτικές εξελίξεις, αποφεύγοντας να γίνει μέρος τους.
Όπως είναι γνωστό, οι πρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας είναι αυτοί που επωμίζονται, βάσει Συντάγματος την ευθύνη σχηματισμού υπηρεσιακών κυβερνήσεων σε περίπτωση πολιτικού αδιεξόδου και αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης. Η παραίτησή του προέδρου του ΣτΕ σε μια τόσο ευαίσθητη πολιτικά περίοδο, θα μπορούσε να ερμηνευτεί και ως θεσμικό μήνυμα έναντι μεθοδεύσεων, χωρίς ωστόσο κάτι τέτοιο να αποδεικνύεται, ούτε σε επίπεδο φημολογίας.
Από την άλλη πλευρά το βάρος των ανοιχτών υποθέσεων, η επιτακτική ανάγκη άμεσης ολοκλήρωσής τους, οι διενέξεις των μνημονιακών νόμων με το Σύνταγμα και το ελάχιστο της θητείας του, που απομένει, ήταν μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα. Υπ αυτό το πρίσμα, η ηχηρή αποχώρηση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τη φράση του Πρώσσου μυλωνά: “υπάρχουν ακόμα δικασταί εις τας Αθήνας”, αποτελεί κάλεσμα προς το Δικαστικό Σώμα ώστε να βάλει φρένο στη διολίσθηση του Κράτους Δικαίου.
Ο κ. Σακελλαρίου, ο οποίος ανακοίνωσε ότι απέρχεται της θέσης του πριν από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, προειδοποίησε ότι είναι ορατός ο κίνδυνος περαιτέρω μείωσης των συντάξεων που, όπως είπε, θα έχει αποτέλεσμα «την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων».
Ωστόσο δεν έμεινε εκεί, αλλά επιχείρησε να βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο των μνημονιακών πολιτικών, με μια δήλωση που θα μπορούσε να αποτελέσει ακόμα και πολιτική διακήρυξη.
Αν και ως αιτίες της παραίτησής του ο Νίκος Σακελλαρίου εστιάζει στη σύγκρουση των μνημονιακών νόμων με το Σύνταγμα και την επικράτηση του οικονομικού έναντι του πολιτικού, επισημαίνει ότι η απόφαση του πυροδοτήθηκε από την ανεξέλεγκτη συμπεριφορά των συναδέλφων του, που επιμένουν να καταπατούν το δικαστικό απόρρητο και να διαρρέουν πληροφορίες για τις εν εξελίξει υποθέσεις.
«Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα μετά την πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα και την εύλογη αναταραχή που προκάλεσε σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Η αδιανόητη όσο και απαράδεκτη αυτή παραβίαση του δικαστικού απορρήτου την οποία αδυνατώ να ελέγξω επέφερε καίριο πλήγμα στο κύρος του ΣτΕ και δεν μου επιτρέπει πλέον να ασκώ τα δικαστικά μου καθήκοντα με την δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα»,
σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη»
Όπως ανέφερε ο κ. Σακελλαρίου «έχω τη συνείδησή μου ήσυχη καθώς δεν αποχωρώ αμαχητί, αφού όλα αυτά τα χρόνια αγωνίστηκα με τη βοήθεια του Θεού τον αγώνα τον καλό» και πρόσθεσε πως η σκέψη του «τώρα στρέφεται στους απλούς πολίτες που είναι τα θύματα των μνημονίων. Οι αντοχές τους συνεχώς δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα μέτρα που λαμβάνονται με την επίκληση του δημοσιονομικού συμφέροντος».
Επιπλέον, ο απερχόμενος πρόεδρος του ΣτΕ τόνισε πως
«ήδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου μεταξύ των οποίων και εγώ, είχαμε, με τις μειοψηφίες μας επισημάνει, τη μή συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε, εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε την συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους».
Στην ομίλια του ο κ. Σακελλαρίου επεσήμανε ότι οι
«καταστάσεις αυτές, οδήγησαν το Δικαστήριο στην έκδοση σειράς αποφάσεων της Ολομελείας του σχετικά με την μή περαιτέρω μείωση των συντάξεων και την θεσμική θωράκιση των προσώπων, που είναι επιφορτισμένα με βασικές αποστολές του Κράτους, όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η υγεία, η παιδεία και η δικαιοσύνη», ωστόσο πρόσθεσε «φρονούμε, ότι τα δικαστικά αυτά προηγούμενα και οι εγγυήσεις που ετέθησαν με αυτά, δέν μπορούν, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα, να αγνοηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, να παρακαμφθούν από το νομοθέτη, με το πρόσχημα της καταρτίσεως ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος μέσω του επανυπολογισμού όλων, των μέχρι σήμερα, απονεμηθεισών συντάξεων».
«Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας»
«Εκφράζουμε, τέλος, τη βεβαιότητα ότι « έχουν γνώσιν οι φύλακες» και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί του Συμβουλίου της Επικρατείας θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ανταποκρινόμενοι στην ιστορική παράδοση του Σώματος. Επομένως, πρέπει όλοι να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμεθα την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, τελούντες πάντοτε εν πλήρη επιγνώσει του γεγονότος, ότι “Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας”», κατέληξε ο κ. Σακελλαρίου.