Ενώ το πρόβλημα των υψηλών δεικτών NPE/NPL’s για τις ελληνικές τράπεζες παραμένει μείζον, το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης αποτελεί σενάριο τρόμου για τραπεζίτες, επενδυτές και κυβέρνηση, λύση όμως -σύμφωνα με το ΔΝΤ- μπορεί να δοθεί μέσω των αδιάθετων -πλην όμως εγκεκριμένων- κεφαλαίων του ESM, ζήτημα που αποτελεί σημείο τριβής, μεταξύ των θεσμών και της Ελλάδας.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα απορρόφησης, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος αναμένεται ότι θα έχουν “ξεμείνει” 27 δισ., ενώ συνολικά έχουν εγκριθεί για το τρίτο πρόγραμμα 86 δισ., τα οποία όμως μπορούν να αξιοποιηθούν μέχρι τις 20 Αυγούστου του 2018, καταληκτική ημερομηνία του τρίτου προγράμματος. Παράλληλα όμως, υπάρχουν και τα σωρευμένα κέρδη της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα που ανέρχονται στα 7,8 δισ., σύμφωνα με απάντηση του Μάριο Ντράγκι σε ερώτηση του Νίκου Χουντή.
Συνεπώς ο “κουμπαράς” αδιάθετων κεφαλαίων στα οποία έχει πρόσβαση η Ελλάδα, αλλά απαιτούνται συναινετικές πολιτικές αποφάσεις, ανέρχονται τα 35,2 δισ., τα οποία όμως εφόσον αντληθούν προστίθενται στο χρέος και συνεπώς, σε δεύτερη φάση επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την προοπτική εξυπηρετισημότητας και βιωσιμότητας του χρέους, η οποία παραμένει υπό διαμόρφωση.
Για την ώρα, εν ισχύ είναι η συμφωνία του 2016 για την ελάφρυνση του χρέους, καθώς και η ρητή δέσμευση των εταίρων για πρόσθετα μέτρα με την ολοκλήρωση του προγράμματος και προοδευτικά. Σε αυτά προστίθεται και η συμφωνία επί της αρχής για τον γαλλικό μηχανισμό σύνδεσης των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους με την ανάπτυξη, ο οποίος αν και πολύ ασαφής παρέχει ένα αρχικό πλαίσιο ελέγχου της χρηματοδότησής του, χωρίς όμως να διευκρινίζεται αν αυτό θα διεξάγεται σε περιβάλλον επιτροπείας.
Πολλά θα εξαρτηθούν, τελικά, από την πολιτική που επιλεγεί για την αντιμετώπιση των NPL’s και συνεπακόλουθων κεφαλαιακών αναγκών που θα ανακύψουν για τις ελληνικές τράπεζες από τα stress tests. Σύμφωνα πάντως με τη Bank for International Settlements σε προβλήματα τόσο μεγάλα, απαιτείται απάντηση πολιτικής και όχι ad hoc, όπως αυτή που επιχειρείται να δοθεί με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων σε επίπεδο αγοράς. Σε σχετικό paper η BIS επισημαίνει ότι η κυβερνητική συγχρηματοδότηση είναι αναγκαία.
Συνεπώς η κυβέρνηση και οι θεσμοί θα κληθούν να αποφασίσουν αν θα συνεχίσουν να ρίχνουν νερό στον “Πίθο των Δαναΐδων” ή αν θα επιλέξουν τη δημιουργία ενός ή και περισσοτέρων επενδυτικών οχημάτων με τη συγχρηματοδότηση του Δημοσίου, τα οποία θα εμπλακούν ενεργά στην απορρόφηση και διαχείριση κόκκινων δανείων και περιουσιακών στοιχείων.
Το πρόγραμμα
Συνολικά, μέχρι τώρα έχουν εκταμιευθεί 40,2 δισ. από την ESM για την Ελλάδα, ενώ το πλάνο προβλέπει ότι με την ολοκλήρωση της 3ης και της 4ης αξιολόγησης, είναι προγραμματισμένο να εκταμιευτούν επιπλέον 18,4 δισ. ευρώ. Όπερ σημαίνει ότι από τα 86 δισ. του προγράμματος θα μένουν αδιάθετα 27,4 δισ.
Από την πλευρά του ESM και της Γερμανίας διακηρυγμένος στόχος είναι η όσο το δυνατόν πιο περιορισμένη χρήση κονδυλίων, καθώς εάν τελικά υπάρξει περίσσευμα τότε αυτό μπορεί να πιστωθεί ως πολιτική επιτυχία του προγράμματος. Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά θα ήθελε αυτό το κεφάλαιο να διοχετευθεί στην αναδιάρθρωση του χρέους, ενώ το ΔΝΤ υποστηρίζει τη χρήση τουλάχιστον 10 δισ. απ αυτά τα λεφτά για τη δημιουργία ενός Fund διαχείρισης κόκκινων δανείων με συγχρηματοδότηση Δημοσίου και επενδυτών, το οποίο θα κρατά και μέρος των κερδών ώστε να χρηματοδοτεί την εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών.
Όπως επισημαίνουν κοινοτικοί αξιωματούχοι Αθήνα και Βρυξέλλες συμφωνούν ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται τα κεφάλαια του ESM για την εξυπηρέτηση του χρέους, κυρίως λόγω του πρωτογενούς πλεονάσματος, του swap και της βελτίωσης των ταμειακών ροών της κυβέρνησης.
Κατά την 3η και κατά την 4η αξιολόγηση, είναι ήδη προγραμματισμένο να εκταμιευτεί ένα ποσό το οποίο αθροιστικά μπορεί να φτάσει και στα 18 δισ. ευρώ. Αυτή η εκτίμηση είχε γίνει τον περασμένο Ιούνιο με το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και δεν αποκλείεται να επανεξεταστεί εν όψει της νέας αναθεώρησης του μνημονίου, που θα γίνει με την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό τα 18 δισ. θα διοχετευτούν πέρα από την εξυπηρέτηση των δανειακών υποχρεώσεων:
Για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, οι οποίες εξακολουθούν να ξεπερνούν τα τέσσερα δισ. ευρώ.
Για τον σχηματισμό του «μαξιλαριού ασφαλείας», ώστε με τη λήξη του 3ου μνημονίου οι αγορές να γνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει διαθέσιμα κονδύλια για να εξυπηρετήσει το χρέος της και μετά τον Αύγουστο του 2018.
Σε ένα τέτοιο σενάριο η Ελλάδα θα επιτύχει την πλήρη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων χρεών της προς ιδιώτες και με ένα μαξιλάρι ασφαλείας για την εξυπηρέτηση του χρέους, επιτρέποντας παράλληλα τη χρήση σε διαφορετική κατεύθυνση του “κουμπαρά”. Η συζήτηση για την αξιοποίησή τους θα ξεκινήσει μετά το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης και θα είναι τμήμα της διαπραγμάτευσης για το χρέος και την επόμενη μέρα των μνημονίων.