Την ενοχή των κατηγορουμένων για τις μετοχές φούσκες στο Χρηματιστήριο πρότεινε η Εισαγγελέας της έδρας, Αθηνά Θεοδωροπούλου, υποστηρίζοντας ότι η πρακτική της τεχνητής διόγκωσης των τιμών που ακολουθήθηκε έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην παραπλάνηση του επενδυτικού κοινού, ενώ αποτέλεσε και στρέβλωση του νόμου της ελεύθερης αγοράς.
Οι κατηγορούμενοι, χρηματιστές, επενδυτές και εφοπλιστές κάθισαν για δεύτερη φορά στο εδώλιο, μετά την αναίρεση της αθωωτικής απόφασης που άσκησε ο Άρειος Πάγος, καθώς οι δικαστές έκριναν ότι η εν λόγω απόφαση, δεν είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
Η εισαγγελική λειτουργός έκρινε ότι το προηγούμενο δικαστήριο που τους αθώωσε, εφάρμοσε εσφαλμένη αιτιολογία και χαρακτήρισε την αναιρετική απόφαση του Αρείου Παγου ως «μία σπουδαία απόφαση».
Οπως είπε η κ. Θεοδωροπούλου,
«σκοπός των κατηγορουμένων ήταν η μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς, η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της. Μετά καταποντίστηκε το σύστημα γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή».
Η εισαγγελέας έκανε λόγο για μεθοδεύσεις εκ μέρους των κατηγορουμένων λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Πλήξατε με τις μεθοδεύσεις τον νόμο της ελεύθερης αγοράς με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα. Μέσω αυτής της οδού μπορούσαν να παραπλανηθούν οι επενδυτές. Η διαμορφωθείσα τιμή στο ταμπλό του ΧΑΑ δεν ήταν η “δίκαιη” τιμή, γιατί τη διαμόρφωσαν ψευδώς οι κατηγορούμενοι με τα πακέτα των μετοχών που έριξαν στην αγορά».