Σκηνικό που ευνοεί την ανάσχεση της δυναμικής παρεμβατικότητας της ΕΚΤ στις αγορές ομολόγων μέσω του QE ώστε να σταλεί μήνυμα σταδιακής εξόδου από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, επιχειρείται να δημιουργηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέσα από διαρροές συγκεκριμένων ανώνυμων και επώνυμων κύκλων στα media και αναλύσεων ad-hoc χρησιμοποιώντας τον ελαφρώς ταχύτερο -από τον αναμενόμενο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας της Ευρωζώνης, ως μοχλό πίεσης.
Αν και κάτι τέτοιο δεν αναμένεται να συμβεί μεσοπρόθεσμα, εν τούτοις η πίεση που δέχεται η ΕΚΤ και το κλίμα που επιχειρείται να δημιουργηθεί στις αγορές μέσα από την ανάδειξη της αντίδρασης του ευρώ σε μηχανισμό ποδηγέτησης του Μάριο Ντράγκι, αποτελεί σαφή ένδειξη της κλιμάκωσης των γερμανικών πιέσεων, ενώ εκλαμβάνεται ακόμη και ως επίδειξη δύναμης του Βερολίνου προς την ΕΚΤ στην τελική ευθεία των γερμανικών εκλογών.
Συνυπολογίζοντας και την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Γερμανίας ότι η ΕΚΤ υπερβαίνει τα όρια της δικαιοδοσίας της για την άσκηση νομισματικής πολιτικής και εισέρχεται στην οικονομική πολιτική με την εφαρμογή προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, αναπέμποντας την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, τότε είναι ευκολότερα αντιληπτή η εφαρμογής πολύπλευρων πιέσεων προς την ΕΚΤ και ιδιαίτερα στον Μάριο Ντράγκι.
Από την άλλη πλευρά η πρόσφατη αντίδραση του ευρώ που το επανέφερε στην περιοχή των 1,20 δολαρίων, αποτελεί όπλο στη φαρέτρα του Μάριο Ντράγκι καθώς μια απροσδόκητη κίνηση απεμπλοκής από το QE θα οδηγούσε σε νέα ανοδική κίνηση του κοινού νομίσματος υποσκάπτοντας την έυθραυστη αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας της Ευρωζώνης.
Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ολοκληρώνεται στα τέλη του 2017 και οι επίσημες συζητήσεις για το μέλλον του βρίσκονται σε πρόωρο στάδιο. Επομένως, κατά την προσεχή συνεδρίαση της ΕΚΤ, στις 7 Σεπτεμβρίου, θεωρείται απίθανο να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση.
Σύμφωνα, ωστόσο, με πηγές που επικαλείται το πρακτορείο Reuters, μετά τις τελευταίες συναλλαγματικές εξελίξεις, οι ιθύνοντες της ΕΚΤ εξετάζουν μία πιο «ομαλή» μείωση του ρυθμού αγοράς κρατικών ομολόγων, με στόχο την συρρίκνωση των αρνητικών επιπτώσεων τόσο στον πληθωρισμό, όσο και στις εξαγωγές.
Άλλωστε, όπως εξηγούν, μία γρήγορη και βίαιη επιβράδυνση του προγράμματος θα παράσχει ισχυρή ώθηση στο ευρώ, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα του νομίσματος.
«Η συναλλαγματική ισοτιμία έχει καταστεί πολύ μεγάλο ζήτημα»
σχολίασε ένας εκ των αξιωματούχων της ΕΚΤ.
«Πλέον η προοπτική εξόδου είναι λιγότερο ευνοϊκή, καθώς κερδίζει έδαφος το επιχείρημα για μία μέση λύση»
έσπευσε να προσθέσει.
Το φθινόπωρο, η ΕΚΤ αναμένεται να ανακοινώσει αν θα επεκτείνει τις αγορές κρατικών ομολόγων, οι οποίες ξεκίνησαν πριν από 2,5 χρόνια, με στόχο τη μείωση του κόστους δανεισμού, την αύξηση του πληθωρισμού και την ισχυροποίηση της ανάκαμψης.