Κινήσεις αναμόχλευσης χρήματος και χρήσης εγγυήσεων χαμηλότερης διαβάθμισης που θέλουν να “εξαφανίσουν” οι τράπεζες προδίδουν τα στοιχεία για τον δανεισμό των ελληνικών τραπεζών από τους μηχανισμούς στήριξης ELA και τον άμεσο της ΕΚΤ.
Αν και η συνολική έκθεση των τραπεζών συνέχισε να μειώνεται τον Φεβρουάριο υποχωρώντας 61,9 δισ. από τα 63 δισ. τον Ιανουάριο, εν τούτοις υπήρξε μικρή αύξηση της δανειοδότησης από τον “ακριβό” ELA. Ως συνέπεια η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στον ακριβό μηχανισμό δανεισμού ELA ανήλθε στα 43,1 δισ. ευρώ, από 42,8 δισ. ευρώ που ήταν τον Ιανουάριο.
Ο δανεισμός των πιστωτικών ιδρυμάτων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μειώθηκε στα 18,7 δισ. ευρώ, από 20,2 δισ. ευρώ.
Συνολικά, η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ και τον ELA μειώθηκε στα 61,9 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου, από 63 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο.
Τα στοιχεία καθιστούν σαφές ότι οι τράπεζες αποπλήρωσαν υποχρεώσεις 1,1 δισ., που προέρχονται από την κάλυψη ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία επαναγόρασαν στη συνέχει και θα καταγραφούν τον επόμενο μήνα. Ωστόσο η αύξηση κατά 300 εκατ. των δανείων από τον ELA δείχνει ότι εκεί εναπόθεσαν τίτλους μικρότερης εξασφάλισης που δεν μπορούσαν να τους δώσουν στην ΕΚΤ καθώς είχαν ανάγκη τη ρευστότητα.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι δεσμευμένες από ένα ιδιαίτερα σκληρό χρονοδιάγραμμα απογαλάκτισης από την ΕΚΤ, το οποίο τηρούν ακόμα και όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα και αναγκάζονται να προσφεύγουν στον ακριβότερο ELA.
Τα στοιχεία αν ερμηνευθούν ψυχρά δείχνουν ότι η εκροή καταθέσεων και τα κόκκινα δάνεια δεν επηρέασαν τη ρευστότητα των τραπεζών οι οποίες συνέχισαν να μειώνουν την έκθεσή τους στα δανεικά της ΕΚΤ, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει αν εξεταστούν λίγο πιο προσεκτικά οι κινήσεις τους.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν σε διαδικασία πιστωτικής συρρίκνωσης, που συνεπάγεται ότι αντλούν ρευστό από την οικονομία και δεν χρηματοδοτούν.