Το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την κατασκευή των δυο πυρηνικών αντιδραστήρων που έχει συμφωνήσει με τη Ρωσία έλαβε η Ουγγαρία παρά το γεγονός ότι η σύσφιξη των σχέσεων των δυο χωρών αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό και επιφυλάξεις από μεγάλη μερίδα των υπολοίπων χωρών της ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Η ουγγρική κυβέρνηση υπέγραψε αρχικά συμφωνία ύψους 12 δισεκατομμυρίων ευρώ με τη Ρωσία για την κατασκευή δύο νέων πυρηνικών αντιδραστήρων το 2014, από την κρατική εταιρεία Rosatom. Μετά από μια μακρά εξεταστική διαδικασία, οι ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, ανακοίνωσαν τη Δευτέρα ότι τα μέτρα της ουγγρικής κυβέρνησης στο πλαίσιο του σχεδίου, εξασφαλίζουν ότι δεν υπάρχει αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι άλλων παρόχων ενέργειας.
Ο πυρηνικός σταθμός του Πακς, για του οποίου την επέκταση προορίζονται οι δύο νέοι αντιδραστήρες, θα συνεχίσει να ανήκει και λειτουργεί από το ουγγρικό κράτος.
Ο σταθμός διαθέτει σήμερα έχει τέσσερις μικρούς αντιδραστήρες ρωσικής κατασκευής, συνολικής ισχύος περίπου 2.000 μεγαβάτ. Οι αντιδραστήρες κατασκευάστηκαν μεταξύ 1982 και 1987 και αναμένεται να παροπλιστούν μεταξύ 2023 και 2037.
Η έγκριση της ΕΕ αποτελούσε το τελευταίο μεγάλο εμπόδιο για την αναβάθμιση ενός σταθμού που παράγει πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Το έργο θα χρηματοδοτηθεί με δάνειο 10 δισεκατομμυρίων ευρώ από τη Ρωσία. Ο πρώτος από τους δύο αντιδραστήρες αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2025 και ο δεύτερος ένα χρόνο αργότερα.
Η Ουγγαρία έχει προωθήσει τα συμφέροντα της Μόσχας εντός της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων πιέσεων για την κατάργηση των οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Οι διμερείς ενεργειακές σχέσεις περιλαμβάνουν επίσης μια συμφωνία προμήθειας φυσικού αερίου με την Gazprom.
Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι ο πυρηνικός σταθμός εξυπηρετεί την μακροπρόθεσμη ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και ότι η Ρωσία έχει μικρότερη οικονομική επιρροή στην Ουγγαρία από ό,τι σε άλλες δυτικές ευρωπαϊκές χώρες.
Το πράσινο-φιλελεύθερο κόμμα της αντιπολίτευσης LMP ζήτησε δημοψήφισμα για το σχέδιο, και υποστηρίζει ότι η συμφωνία έγινε εν κρυπτώ και εξέθεσε την χώρα σε αδικαιολόγητη ρωσική επιρροή.