Ισχυρούς κλυδωνισμούς προκαλεί στην Ουάσιγκτον, την Αθήνα και την Άγκυρα η αποκάλυψη -αν και ήταν κοινό μυστικό- ότι ο πλέον βραχύβιο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, ο αντιστράτηγος Μάικλ Φλιν, ήταν επισήμως λομπίστας για λογαριασμό της τουρκικής κυβέρνησης, δουλειά από την οποία εισέπραξε και 530,000 δολάρια.
Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα που ο ίδιος ο αντιστράτηγος Φλιν υπέβαλε στο υπουργείο Δικαιοσύνης ως λομπίστας, ιδιότητα που αποτελεί επάγγελμα στις ΗΠΑ, από το 2016 η εταιρία του Flynn Intel Unit είχε συμβόλαιο με την Ολλανδική εταιρία Inovo BV του Τούρκου επιχειρηματία Εκίμ Αλπετκίν, ο οποίος με τη σειρά του συνδέεται απ ευθείας με τον Ταγίπ Ερντογάν.
Το συμβόλαιο που είχε συνάψει η εταιρία του Φλιν με την εταιρία του Αλπετκίν έληξε τρεις ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, στη συνέχεια η εταιρία του διαλύθηκε και το συμβόλαιο δεν ανανεώθηκε.
Ο Τούρκος επιχειρηματίας απαντώντας σε άρθρα για τις σχέσεις του με τον Φλιν αναφέρει ότι όταν τον ξεκίνησε η συνεργασία όλα τα δεδομένα έδειχναν ότι θα εκλεγεί η Χίλαρι Κλίντον και ότι αν ήθελε λομπίστα θα προσλάμβανε κάποιον που θα κινούνταν κοντά σε αυτή.
Αντιθέτως ο Αλπετκίν εμμένει στο σενάριο ότι ο Φλιν προσελήφθη για μια έρευνα σχετικά μετο δίκτυο του Γκιουλέν και των φιλανθρωπικών του σχολείων η οποία θα χρησιμοποιούνταν στο πλαίσιο ταινίας για το αποτυχημένο πραξικόπημα που ετοιμάζει η τουρκική κυβέρνηση, σενάριο που είναι αληθές ως προς τα γεγονότα.
Τόσο το Russia Today όσο και αμερικανικά media επισημαίνουν ότι ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς ήταν αυτός που παρότρυνε τον Ντόναλντ Τραμπ να ζητήσει την παραίτηση του Φλιν μετά τη αποκάλυψη των προηγούμενων δραστηριοτήτων του ως λομπίστας για λογαριασμό ξένης κυβέρνησης. Κίνηση η οποία ευθυγραμμίζεται και με τις προεκλογικές δεσμεύσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ για απομάκρυνση από την κυβέρνηση ανθρώπων που δουλεύουν για λογαριασμό ξένων κυβερνήσεων.
Να διαχωρίσει την επαγγελματική σταδιοδρομία του Φλιν προ της ανάληψης των καθηκόντων του ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας επιχείρησε ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκο, Σον Σπάισερ, δηλώνοντας ότι ως ιδιότητες είχε κάθε δικαίωμα να ασκεί δραστηριότητα από τη στιγμή που αυτή είναι νόμιμη.