Η συμφωνία επιστροφής των τεχνικών κλιμακίων και αναθεώρησης της βάσης της δεύτερης αξιολόγησης καθώς και του σκεπτικού που προγράμματος στήριξης της Ελλάδας είναι δυο σημεία που πολιτικά μπορεί να αποτελούν νίκη για την κυβέρνηση, ωστόσο απέχουν πολύ από το τελικό αποτέλεσμα που θα προκύψει μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και τις αποφάσεις του Eurogroup που θα κληθεί να εγκρίνει στο staff level agreement.
Το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης εκλογικών σεναρίων και άγριων πολιτικών μαχών γίνεται ολοένα και ισχυρότερο καθώς οι διαπραγμαετύσεις θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση δυο πακέτων μέτρων, τα οποία η κυβέρνηση σκοπεύει να περάσει σε ένα πολυνομοσχέδιο.
Με τις διαπραγματεύσεις να συνεχίζονται και σειρά σημαντικών ζητημάτων να παραμένουν ανοιχτά και με την υποχρέωση για υψηλά πρωτογενή πλεονάσμαστα 3,5% και υπό την πίεση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ, οι αβεβαιότητες πληθαίνουν επειδή ακριβώς επιτεύχθηκε η συμφωνία για αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής.
Διαβάστε επίσης: Καλύτερη συμφωνία, αλλά με μεγαλύτερο ρίσκο
Η κυβέρνηση εξασφάλισε την “ελευθερία” να νομοθετήσει προληπτικά δυο ομάδες μέτρων, τη Μνημονιακή και το παράλληλο πρόγραμμα. Πέτυχε την όποια χρηματοδότηση εξοικονομεί από την εφαρμογή διαρθρωτικών και δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων που υπερβαίνει τους στόχους του πλεονάσματος να τη χρησιμοποιεί για την υλοποίηση μέτρων στήριξης της κοινωνίας.
Η συμφωνία όμως αυτή καθιστά την κατάσταση πιο περίπλοκη και συνεπώς πιο επικίνδυνη. Σε πολιτικό επίπεδο η σύνδεση των δυο προγραμμάτων δίνει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στην κυβέρνηση την ταυτόχρονη ή παράλληλη ψήφισή τους. Δηλαδή ο πρωθυπουργός θα έχει την επιλογή να διαμορφώσει ένα νέο πολυνομοσχέδιο την ψήφιση του οποίου θα ζητήσει καθολικά ή σε ομάδες.
Αυτό συνεπάγεται ότι παρέχει ικανό πολιτικό χώρο στα στελέχη του να προωθήσουν πολιτικά τη συμφωνία.
Διαβάστε επίσης: Η αξιολόγηση πάει για Απρίλιο, λόγω… ΔΝΤ
Από την άλλη πλευρά η ψήφιση του πολυνομοσχεδίου μετά την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης θα αποτελέσει πεδίο ισχυρής πολιτικής αντιπαράθεσης και πόλωσης, ενώ τα μέτρα που θα περιλαμβάνονται στην “σκοτεινή” πλευρά του θα δοκιμάσουν τη συνοχή της κυβέρνησης και την ικανότητα συσπείρωσης της αντιπολίτευσης.
Αν και το ενδεχόμενο εκλογών αποκλείεται, λόγω των συνθηκών στην υπόλοιπη Ευρώπη και της επιτακτικής ανάγκης για επιβεβαίωση της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, αυτό δεν δεν σημαίνει ότι δεν θα επανέλθει. Με την κυβερνητική πλειοψηφία εξουθενωμένη, την αντιπολίτευση απεγνωσμένη και το διεθνές σκηνικό σε φάση αναδιάταξης, πλέον όλα είναι πιθανά.
Διαβάστε επίσης: Πρώτα αξιολόγηση, μετά αλλαγή πολιτικού σκηνικού
Οι πιθανότητες πολιτικού ατυχήματος που θα οδηγήσει εκλογές και πιθανότητα και σε επαναληπτικές θα ενισχυθούν αν στη “φωτεινή πλευρά” υπάρχουν ιδιαίτερα καλά και ισχυρά μέτρα κοινωνικής στήριξης τα οποία θα μπορέσουν να αποτελέσουν ισχυρό έρεισμα για την επαναπροσέγγιση ΣΥΡΙΖΑ-κοινωνίας.
Αντιθέτως η πιθανότητα για εκλογές περιορίζεται από ένα συμβατικό πακέτο μέτρων και στις δυο πλευρές, μια γλυκόξινη γεύση και μια αίσθηση πολιτικής αδυναμίας όλων των πλευρών, συνθήκες που μπορούν να δημιουργηθούν αν δεν ληφθούν μέτρα με μεγάλο πολιτικό κόστος και δεν δοθούν όλα τα ανταλλάγματα στην Αθήνα.
Τέλος δυσκολότερο φαίνεται το σενάριο του ανασχηματισμού, καθώς κάτι τέτοιο θα έδινε σαφές πολιτικό πλεονέκτημα στην αντιπολίτευση και θα αποδείκνυε χάσμα στην κυβέρνηση και στον κυβερνητικό συνασπισμό.