Επίθεση κινέζων hacker στο αμερικανικό αεροπλανοφόρο Ronald Reagan μια μέρα πριν την απόφαση του διεθνούς διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης για το καθεστώς ης Νότιας Σινικής Θάλασσας αποκαλύπτεται με καθυστέρηση τριών μηνών από τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, οι οποίοι επικαλούνται την εταιρία ηλεκτρονικής ασφάλειας FireEye, οι hackers επιτέθηκαν στέλνοντας με email ένα μολυσμένο έγγραφο-πρόγραμμα της επίσκεψης πολιτών επί του πλοίου κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε λιμάνι της περιοχής.
Το περιστατικό αν αν και μικρής έκτασης και χωρίς ουσιαστικό αντίκτυπο αποκαλύπτει τα ανοιχτά μέτωπα των ΗΠΑ και μέρος των στρατηγικών που υιοθετούνται στις μάχες που βρίσκονται σε εξέλιξη κάτω από το ραντάρ της πολιτικής και της διπλωματίας.
Αν και σύμφωνα με τη FireEye δεν προκύπτουν ενδείξεις ή στοιχεία που να συνδέουν τους hackers που επιτέθηκαν στο αμερικανικό αεροπλανοφόρο με την κινεζική κυβέρνηση, η χρονική συγκυρία της επίθεσης είναι από μόνη της ηχηρό μήνυμα προς τις ΗΠΑ.
Η αποτυχία των hackers να αποκτήσουν πρόσβαση σε διαβαθμισμένα έγγραφα και στα απόρρητα υπολογιστικά συστήματα του αεροπλανοφόρου, είναι πιθανό να είναι ακούσια ή να μην ήταν ποτέ αυτός ο στόχος.
Σε κάθε περίπτωση η εμπλοκή και κινέζων hackers, μετά από αρκετό καιρό, σε επιθέσεις κατά αμερικανικών στόχων, ασχέτως εάν μπορεί ή όχι να αποδειχθεί η σύνδεσή τους με την κυβέρνηση, είναι σαφής ένδειξη κλιμάκωσης σε όλα τα μέτωπα, ενώ δεν αποκλείεται να είναι και μήνυμα συνεργασίας Ρωσίας-Κίνας ακόμα και σε αυτό το επίπεδο.
Αν σε αυτά συνυπολογιστεί η καταδίκη Κινέζου επιχειρηματία στις ΗΠΑ σε τετραετή φυλάκιση με την κατηγορία της συνομωσίας για την κλοπή διαβαθμισμένης στρατιωτικής τεχνολογίας από υπολογιστικά δίκτυα, υπόθεση που το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αποδίδει στις κινεζικές μυστικές υπηρεσίες, τότε είναι σαφές ότι το πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο.