Άνοδο του ευρώ και των αποδόσεων στα μακροπρόθεσμα ομόλογα της Ευρωζώνης –ιδιαίτερα στα γερμανικά- προβλέπει σε έκθεσή της η UBS, επισημαίνοντας ότι αν η ΕΚΤ διευρύνει ποσοτικά και ποιοτικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, τότε αυτό θα πορούσε να πιέσεις τις αποδόσεις στις βραχυπρόθεσμες ομολογίες.
Η UBS υποστηρίζει ότι οι αγορές έχουν πλήρως ενσωματώσει την πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική μέχρι και τον Μάρτιο του 2017 που λήγει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Εκτιμά ότι ο Μάριο Ντράγκι θα ανακοινώσει παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για ακόμη έξι μήνες, από τον Μάρτιο που λήγει, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2017, κατά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο.
Η τράπεζα εκτιμά ότι μέχρι τότε η ΕΚΤ θα επιχειρήσει να το διευρύνει εντάσσοντας στο πρόγραμμα και ομόλογα που έχουν αποδόσεις χαμηλότερες από το ύψος του παρεμβατικού επιτοκίου, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει να αγοράζει γερμανικό χρέος. Παράλληλα αναμένεται να διευρύνει το ποσό που μπορεί να απορροφήσει ανά έκδοση, κίνηση η οποία θα δημιουργήσει σημαντική πίεση στις αποδόσεις των βραχυχρόνιων επηρεάζοντας την καμπύλη αποδόσεων.
Συνεπώς έχουν καλλιεργηθεί μεγάλες προσδοκίες και η αγορά περιμένει πως η ΕΚΤ όντως θα συνεχίσει να εφαρμόζει ακόμη πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Θεωρούμε πως μπορεί κανείς να αποκομίσει κέρδος στοιχηματίζοντας σε ανατίμηση του ευρώ το επόμενο διάστημα όπως επίσης και να μειώσει την έκθεσή του σε μακροπρόθεσμα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Προβλέπουμε ότι μέχρι το τέλος του έτους η απόδοση των δεκαετών γερμανικών κρατικών ομολόγων θα έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο αγγίζοντας το 0,15%.
Η UBS αν και προβλέπει σταδιακή άνοδο των αποδόσεων στα μακροπρόθεσμα ομόλογα της Ευρωζώνης μέχρι και κατά 70 μονάδες βάσης μόλις η ΕΚΤ αρχίσει να περιορίζει το μηνιαίο ύψος των αγορών ομολόγων που πραγματοποιεί, εν τούτοις δεν βλέπει διαφυγή από περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων.
Σύμφωνα με τη UBS, η προοπτική για τραπεζικές μετοχές παραμένει δύσκολη διότι προβλέπουμε πως η ποσοτική χαλάρωση θα επεκταθεί κατά έξι μήνες μετά τον Μάρτιο του 2017 και ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού μόνο μετά την πλήρη διακοπή του προγράμματος. Χαμηλή κερδοφορία, μέτρια αύξηση πιστώσεων και αβεβαιότητα γύρω από το κανονιστικό πλαίσιο όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια απειλούν την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού μετάδοσης νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης, οδηγώντας χαμηλότερα τα επιτόκια δανεισμού καταθέσεων και υψηλότερα το κόστος πιστώσεων.