Με μεγαλειώδη σε όγκο και παλμό διαδήλωση που συγκέντρωσε περίπου 3 εκατομμύρια κόσμο στην Κωνσταντινούπολη ο Ταγίπ Ερντογάν επέλεξε να κορυφώσει τις «εκδηλώσεις Δημοκρατίας» μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Εκμαιεύοντας τη στήριξη της αντιπολίτευσης και υλοποιώντας μια σκληρή επικοινωνιακή προπαγάνδα για να περάσει το μήνυμά του ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να πείσει πως αναδεικνύεται σε αδιαμφισβήτητο νικητή.
Ωστόσο αυτή η εικόνα απέχει αρκετά από την αλήθεια, καθώς είναι γέννημα της εικονικής πραγματικότητας που ο ίδιος θέλει να εδραιώσει.
Έχοντας κλείσει 149 media, μεταξύ των οποίων εφημερίδες, κανάλια, ραδιόφωνα και sites ο Ταγίπ Ερντογάν εξάλειψε τον αντίλογο, αφήνοντας πλέον μόνο το δικό του λόγο να αντηχεί στα τουρκικά media.
Το πογκρόμ στο Δημόσιο, τα σώματα ασφαλείας, τις ένοπλες, δυνάμεις, τη Δικαιοσύνη, την παιδεία και διπλωματία δεν αποκεφάλησε κάθε διαφωνούντα, αλλά θέτει επί κινδύνω ολόκληρη τη λειτουργία του κράτους.
Αν και η κρατική μηχανή δεν αντιμετωπίζει άμεσο ζήτημα κατάρρευσης, βρίσκεται μπροστά σε μια βίαιη αλλαγή μοντέλου, την οποία είναι αβέβαιο αν θα μπορέσει να εμπεδώσει.
Αντιστοίχως και ο στρατός, ο οποίος παραμένει ισχυρός αλλά είναι πλέον δυσλειτουργικός. Ο βίαιος εκδημοκρατισμός του με κατάργηση της αυτονομίας και υπαγωγή του στην πολιτική εξουσία, αποτελεί κίνηση προς τα δυτικά πρότυπα, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο δεν εγγυάται την επιτυχία του εγχειρήματος.
Ο Ταγίπ Ερντογάν επιχείρησε να στείλει μήνυμα στους ξένους ηγέτες μέσω της διαδήλωσης, αναδεικνύοντας εαυτόν ως εγγυητή της σταθερότητας και αναντικατάστατο. Θέση την οποία έχει διατυπώσει με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους κατ επανάληψη.
Η διαδήλωση και η στήριξη του κόσμου είναι ένα ισχυρό μήνυμα το οποίο οφείλουν να ακούσουν τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ, δεν είναι όμως γνήσιο, κάτι που γνωρίζουν καλά επίσης.
Ο Ερντογάν, όπως ο ίδιος έχει αναγνωρίσει, βρίσκεται απομονωμένος, καθώς μετά το πραξικόπημα δεν επισκέφθηκε κανένας δυτικός ηγέτης, ούτε για να του υποβάλλει τα συλλυπητήρια για τους νεκρούς. Η φραστική στήριξη που έλαβε ήταν προς τη «Δημοκρατία και το Σύνταγμα», καθώς κανένας ηγέτης ή υψηλόβαθμος αξιωματούχος από τις ΗΠΑ ή την ΕΕ δεν αναφέρθηκε προσωπικά στον ίδιο.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται λοιπόν και η διαδήλωση, είναι η απάντηση του Ερντογάν στη διεθνή καραντίνα που του έχει επιβληθεί. Χρησιμοποιώντας τη λαϊκή στήριξη στην ουσία ο Ερντογάν απειλεί με αντίποινα.
Οι δυτικοί γνωρίζουν όμως ότι πρόκειται για εικονική πραγματικότητα και ότι αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να αναδιπλωθεί.
Η αξιόπιστη απειλή
Ο Ταγίπ Ερντογάν γνωρίζοντας ότι πρέπει να πείσει για τις προθέσεις του επιχειρεί με κάθε τρόπο να περάσει το μήνυμα της συμπόρευσης με τη Ρωσία, στρατηγική την οποία δεν φαίνεται να ενστερνίζεται ο Βλάντιμιρ Πούτιν, ο οποίος πάγωσε την επανέναρξη των πτήσεων charter.
Τα τουρκικά media έσπευσαν να διαρρεύσουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η Ρωσία είχε προειδοποιήσει τον Ταξγίπ Ερντογάν, προσπαθώντας να πείσει για την ουσιαστική στήριξη Πούτιν στο πρόσωπό του, κάτι που η ρώσικη διπλωματία απέφυγε κατ επανάληψη να πράξει..
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε συγνώμη από τη Ρωσία για την κατάρριψη του SU-25 λίγες ημέρες πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα, ενώ άνοιξε την πόρτα και στο Ισραήλ.
Η πρώτη συνάντηση με του Ταγίπ Ερντογάν με ξένο ηγέτη θα είναι με τον Βλάντιμιρ Πούτιν την Τρίτη 9 Αυγούστου στην Αγία Πετρούπολη, από την οποία αναμένει να κερδίσει σε πολλά επίπεδα.
Power game
«Εάν ο λαός θέλει την θανατική ποινή, τα πολιτικά κόμματα θα ακολουθήσουν τη βούλησή του», είπε ο Ερντογάν μπροστά στο πλήθος, που φώναζε «ποινή θανάτου», και πρόσθεσε: «οι περισσότερες χώρες εφαρμόζουν την θανατική ποινή».
Το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία άνοιξε μία «νέα πόρτα για συμβιβασμό» στην πολιτική, δήλωσε ενώπιον του γιγάντιου πλήθους στη συγκέντρωση του Γενίκαπι ο πρόεδρος του CHP (Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, προσθέτοντας ότι η πολιτική πρέπει να μείνει μακριά από τα τζαμιά, τις δικαστικές αίθουσες και τα στρατόπεδα.
«Υπάρχει μία νέα Τουρκία μετά την 15η Ιουλίου», είπε ο πρόεδρος του CHP (Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ενώπιον των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που συμμετέχουν στη κεντρική συγκέντρωση, προσθέτοντας ότι η πολιτική πρέπει να μείνει μακριά από τα τζαμιά, τις δικαστικές αίθουσες και τα στρατόπεδα.
«Είμαι ευτυχής γιατί βλέπω την άνοδο της Τουρκίας», δήλωσε από την πλευρά του ο ηγέτης το Εθνικιστικού Κόμματος (MHP) Ντεβλέτ Μπαχτσελί. «Η 15η Ιουλίου αποτελεί ορόσημο για την Τουρκία», πρόσθεσε επαινώντας την σθεναρή στάση των τούρκων πολιτών κατά των πραξικοπηματιών.
Κανένα τουρκικό μέσο ενημέρωσης δεν έχει κάνει εκτιμήσεις για τη συμμετοχή, όμως τούρκος αξιωματούχος δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι έχουν γίνει προετοιμασίες για την υποδοχή 3 εκατομμυρίων διαδηλωτών. Στις προετοιμασίες περιλαμβάνεται η διάθεση 2,5 εκατομμυρίων τουρκικών σημαιών, 3 εκατομμυρίων μπουκαλιών νερού, ενώ όλα τα μέσα μεταφοράς, μετρό, λεωφορεία και φέρι μπόουτ, είναι δωρεάν για να ενθαρρύνουν την προσέλευση.
Η συγκέντρωση οργανώθηκε από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) παρουσία του προέδρου Ερντογάν ο οποίος έφθασε κρατώντας από το χέρι την σύζυγό του Εμινέ και υπό τους ήχους του τουρκικού εθνικού ύμνου και στίχων του Κορανίου.
Η «συγκέντρωση για τη δημοκρατία και τους μάρτυρες» είναι «υπεράνω κομμάτων», ανακοίνωσε η κυβέρνηση ενώ απαγορεύτηκαν οι κομματικές σημαίες, αλλά και τα κομματικά συνθήματα.
Στη συγκέντρωση έχουν προσκληθεί οι ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εκτός της ηγεσίας του φιλοκουρδικού HDP που, αν και καταδίκασε την απόπειρα του πραξικοπήματος, αποκλείσθηκε διότι κατά τον Ερντογάν υποστηρίζει το PKK
Η συγκέντρωση μεταδόθηκε ζωντανά σε γιγαντοοθόνες σε ολόκληρη την Τουρκία ενώ μία τέτοια οθόνη έχει στηθεί και στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ, όπου ζει ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο ιεροκήρυκας τον οποίο ο Ερντογάν έχει κατηγορήσει ως υποκινητή του πραξικοπήματος.
Χθες, για τρεις ώρες συνεδρίαζε το έκτακτο συμβούλιο εθνικής ασφαλείας υπό τον πρωθυπουργό Γιλντιρίμ, εξετάζοντας τα μέτρα ασφαλείας τα οποία είναι δρακόντεια καθώς 13.000 άνθρωποι, ανάμεσα τους και χιλιάδες αστυνομικοί, έχουν επιφορτιστεί με την ασφάλεια και την ομαλή διοργάνωση της συγκέντρωσης.